Οι Ευρωπαίοι χρειάζονται τις ΗΠΑ επειδή αντιμετωπίζουν πολλές υπαρξιακές κρίσεις




Της Ναταλί Νουγκερέντ*

Το 1947, ο τότε υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζορτζ Μάρσαλ πήγε στην Ευρώπη. Αυτά που είδε τον συγκλόνισαν: Μια ήπειρος ερειπωμένη, ένας κόσμος που πεινούσε. Στο Παρίσι, το Βερολίνο και άλλες πρωτεύουσες επικρατούσε ζόφος.

Επιστρέφοντας στην Ουάσινγκτον, ο Μάρσαλ είπε στον Πρόεδρο Τρούμαν ότι κάτι συνταρακτικό έπρεπε να γίνει – και πολύ σύντομα. Την πρωτοβουλία, τόνισε, έπρεπε να την αναλάβει η Ουάσινγκτον. Στις 5 Ιουνίου, σε μια ομιλία του σε φοιτητές του Χάρβαρντ, ο Μάρσαλ ανήγγειλε το πρόγραμμά του για την ανάκαμψη της Ευρώπης. Το Σχέδιο Μάρσαλ όχι μόνο βοήθησε την Ευρώπη να ξανασταθεί στα πόδια της, αλλά έθεσε και τη βάση της συνεργασίας που θα οδηγούσε στη συνέχεια στη δημιουργία της ΕΟΚ.

Την περασμένη εβδομάδα, στο Νταβός, ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν ίσως να ένιωσε ανάλογα αισθήματα μ’ εκείνα του Μάρσαλ. Το κλίμα σήμερα στην Ευρώπη δεν μπορεί να συγκριθεί βέβαια με τον ζόφο που επικρατούσε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκφράζεται όμως μια όλο και μεγαλύτερη ανησυχία. Ο Γάλλος πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς μιλά για τον κίνδυνο να διαλυθεί η Ευρώπη. «Η Ευρώπη έχει ξεχάσει ότι η ιστορία είναι επί της ουσίας τραγική» είπε. Για τραγικές δυσκολίες σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης μίλησε και ο Γερμανός Πρόεδρος Γιόαχιμ Γκάουκ.

Η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα σε τέτοια κατάσταση, που δεν είναι παράλογο να αναρωτιέται κανείς κατά πόσον θα πρέπει να κάνουν πάλι κάτι οι Ηνωμένες Πολιτείες για να τη βοηθήσουν. Αν βέβαια υποθέσει κανείς ότι η Γηραιά Ήπειρος εξακολουθεί να αφορά τα στρατηγικά συμφέροντα της Ουάσινγκτον… Δεν είναι ρεαλιστικό να πιστεύει κανείς ότι οι ΗΠΑ μπορούν να επαναλάβουν τη βοήθεια που χορήγησαν το 1947 στην Ευρώπη. Είναι όμως επείγον να επανεμπλακούν στα ευρωπαϊκά πράγματα. Αν δεν το κάνουν, υπάρχει κίνδυνος το ευρωπαϊκό πρόγραμμα να διαλυθεί, να επικρατήσει αναταραχή σε διάφορες χώρες και η Ουάσινγκτον να χάσει σημαντικούς συμμάχους. Η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με τον κίνδυνο του Brexit, με διάφορες απειλές για την ασφάλειά της (που προέρχονται μεταξύ άλλων από την τρομοκρατία και τη ρωσική επιθετικότητα), καθώς και με τις επιπτώσεις της προσφυγικής κρίσης. Κανείς δεν πιστεύει ότι η αμερικανική παρέμβαση μπορεί να λύσει όλα αυτά τα προβλήματα. Η απουσία όμως μιας τέτοιας παρέμβασης τα κάνει χειρότερα.

Η φωνή της Αμερικής πρέπει να ακουστεί δυνατότερα σε τρία ευρωπαϊκά ζητήματα. Πρώτον, ο Μπαράκ Ομπάμα πρέπει να καταστήσει σαφές ότι τυχόν αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ όχι μόνο ενέχει τον κίνδυνο να διαλυθεί η Ευρώπη, αλλά θα σημάνει και το τέλος της «ειδικής σχέσης» των ΗΠΑ και της Βρετανίας. Μερικοί Αμερικανοί αξιωματούχοι το λένε σε ιδιωτικές συζητήσεις, αλλά δυστυχώς όχι και δημοσίως: Η Βρετανία πρέπει να παραμείνει στην ΕΕ αν θέλει να εξακολουθήσει να έχει ενδιαφέρον για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Δεύτερον, οι ΗΠΑ πρέπει να εμπλακούν περισσότερο στην υπόθεση της ασφάλειας της Ευρώπης. Από τότε που η Ρωσία εξαπέλυσε στρατιωτική επίθεση στην Ευρώπη έχουν γίνει ορισμένα πράγματα στο ΝΑΤΟ, πρέπει όμως να γίνουν περισσότερα προκειμένου η ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική να πάρει σάρκα και οστά. Δεν είναι αρκετό να λέει η Ουάσινγκτον ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να μοιραστούν το βάρος της συλλογικής ασφάλειας.

Τρίτον, οι ΗΠΑ δεν μπορούν να συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν την προσφυγική κρίση που αποσταθεροποιεί την Ευρώπη σαν να μην τις αφορά. Ο πόλεμος στη Συρία έχει δημιουργήσει 4,5 εκατομμύρια πρόσφυγες. Οι ΗΠΑ έχουν δεχθεί στο έδαφός τους μόλις 2.600.

Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους η περίοδος Ομπάμα έχει χαρακτηριστεί από αδιαφορία απέναντι στην Ευρώπη. Οι προτεραιότητες της Ουάσινγκτον έχουν στραφεί στην Ασία και τον Ειρηνικό. Την ίδια στιγμή, οι ευρωπαϊκές μοναξιές μεγαλώνουν. Η μοναξιά της εσωστρεφούς Βρετανίας, παγιδευμένης σε μια διαπραγμάτευση με τις Βρυξέλλες από την οποία δεν θα βγει κερδισμένος κανείς. Η μοναξιά της οικονομικά αδύναμης Γαλλίας, που προσπαθεί ματαίως να οικοδομήσει μια συμμαχία κατά των τζιχαντιστών. Η μοναξιά της Γερμανίας, που οι φωνές της για αλληλεγγύη προς τους πρόσφυγες έμειναν αναπάντητες.

Τη δεκαετία του ’90, οι ΗΠΑ επενέβησαν για να σώσουν την Ευρώπη από την καταστροφή: Οι πόλεμοι στα Βαλκάνια σκότωναν εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, ενώ εκατομμύρια εκτοπίζονταν από τα σπίτια τους. Οι Ευρωπαίοι είχαν διχαστεί (η Γερμανία ήταν με την Κροατία, η Γαλλία με τη Σερβία). Διαδοχικές αμερικανικές κυβερνήσεις δίσταζαν να παρέμβουν, με τον τότε υπουργό Εξωτερικών Τζέιμς Μπέικερ να λέει πως «σε αυτή τη μονομαχία δεν έχουμε δικό μας σκυλί». Στο τέλος επενέβη ο Μπιλ Κλίντον, όχι μόνο για να σταματήσει την αιματοχυσία, αλλά και για να προστατεύσει την ελευθερία και την ακεραιότητα της Ευρώπης.

Από το 1947 και μετά, ο στόχος των ΗΠΑ ήταν μια ειρηνική και δημοκρατική Ευρώπη. Κι αυτό, όχι για λόγους αλτρουισμού, αλλά επειδή αυτή η Ευρώπη υπηρετεί τα αμερικανικά συμφέροντα. Σήμερα, οι Ευρωπαίοι βρίσκονται αντιμέτωποι με τόσες υπαρξιακές κρίσεις που χρειάζονται τις ΗΠΑ στο πλευρό τους.

Πηγή: The Guardian, ΑΠΕ-ΜΠΕ

  • Η Ναταλί Νουγκερέντ είναι συνεργάτις της Guardian. Αποφοίτησε, το 1988, από το Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών στο Στρασβούργο. Ξεκίνησε τη δημοσιογραφική καριέρα της, το 1991, ως ανταποκρίτρια της Λιμπερασιόν και του BBC στην Τσεχοσλοβακία. Το 1995, ανέλαβε συντάκτης στις σελίδες Portraits της Λιμπερασιόν. Το 1996 εντάσσεται στο δυναμικό της Le Monde, όπου και αναλαμβάνει διευθύντρια τον Μάρτιο του 2013. Τον Μάιο του 2014 παραιτείται, και τον Οκτώβριο του ίδιου έτους ξεκινά συνεργασία με τη βρετανική εφημερίδα «The Guardian» ως αρθρογράφος και σχολιάστρια της διεθνούς επικαιρότητας.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: