Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι αν οι πρόσφυγες είναι κακοί άνθρωποι…




Της Άνα Ζάουερμπρεϊ *

Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, εκατοντάδες άνδρες συγκεντρώθηκαν έξω από τον καθεδρικό ναό της Κολωνίας, παρενοχλώντας και ληστεύοντας τις γυναίκες που περνούσαν.

Παρά το γεγονός ότι οι επιθέσεις σημειώθηκαν στο κέντρο της τέταρτης σε μέγεθος πόλης της Γερμανίας, χρειάστηκαν μέρες για να φτάσουν τα νέα στα μέσα ενημέρωσης. Το περίεργο είναι ότι η αστυνομία ήξερε ελάχιστα πράγματα και οι κάμερες παρακολούθησης δεν πρόσφεραν μεγάλη βοήθεια. Την περασμένη Παρασκευή, ο αστυνομικός διοικητής της Κολωνίας έχασε τη δουλειά του. Οι μαρτυρίες επιβεβαιώνουν αυτό που πολλοί Γερμανοί ήδη υποπτεύονταν: Ότι το πλήθος αποτελούνταν κυρίως από άνδρες που κατάγονταν από τη Μέση Ανατολή ή τη βόρεια Αφρική και περιλαμβάνονταν στο ένα εκατομμύριο πρόσφυγες που έχει δεχθεί η Γερμανία.

Οι επιθέσεις – μαζί με ανάλογα επεισόδια στο Αμβούργο – σημειώνονται σε μια κρίσιμη στιγμή για τη Γερμανία και θέτουν σκληρά ερωτήματα: Όχι μόνο για το κατά πόσον η χώρα θα παραμείνει ανοιχτή για περισσότερους πρόσφυγες αλλά και αν θα μπορέσει να ενσωματώσει ειρηνικά αυτούς που ήδη έχει δεχθεί. Σπάνια στην πρόσφατη ιστορία έχει ένα μεμονωμένο γεγονός μονοπωλήσει τη δημόσια συζήτηση, όπως έγινε με τα γεγονότα της Κολωνίας. Πολύ προτού διαλευκανθεί τι ακριβώς έγινε, οι σχολιαστές έβγαζαν συμπεράσματα.

Η Άλις Σβάρτσερ, μια γνωστή Γερμανίδα φεμινίστρια, έγραψε στο μπλογκ της ότι τα γεγονότα είναι αποτέλεσμα μιας «κακώς εννοούμενης ανεκτικότητας». Ο Φράουκε Πέτρι, επικεφαλής της ακροδεξιάς Εναλλακτικής Λύσης για τη Γερμανία, υποστήριξε ότι τα γεγονότα είναι προϊόν της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης. Και η Γιούλια Κλέκνερ, επικεφαλής του συνδυασμού των Χριστιανοδημοκρατών στις επικείμενες εκλογές στη Ρηνανία- Παλατινάτο, ζήτησε να διεξαχθεί μια ανοιχτή συζήτηση για το κατά πόσον οι ξένοι, περιλαμβανομένων των αιτούντων άσυλο, θα πρέπει να εκδιώκονται για τη διάπραξη εγκλημάτων.

Όσο γρήγορα όμως η Δεξιά χρησιμοποίησε τις επιθέσεις ως όπλο εναντίον των προσφύγων, άλλο τόσο γρήγορα κινήθηκε η Αριστερά για να αποσείσει κάθε ευθύνη. Ο Χάικο Μάας, ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός Δικαιοσύνης, δήλωσε ότι οι επιθέσεις ήταν οργανωμένες, χωρίς να υπάρχει καμιά ένδειξη για κάτι τέτοιο (στη συνέχεια απείλησε ότι θα απελάσει τους ξένους που θα κριθούν ένοχοι για τις επιθέσεις).

Με άλλα λόγια, ακριβώς την ώρα που η χώρα χρειάζεται μια ψύχραιμη συζήτηση για την επίδραση των προσφύγων, παίζουμε τις μουσικές καρέκλες. Όλοι τρέχουν για μια καρέκλα στα δεξιά και τα αριστερά, φοβούμενοι ότι στο τέλος θα μείνουν όρθιοι.

Η ειρωνεία είναι ότι οι επιθέσεις της Κολωνίας, φέρνοντας στην επιφάνεια το θέμα των προσφύγων και της κουλτούρας τους, εγείρουν ένα εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα και την ίδια στιγμή καθιστούν αδύνατη τη διεξαγωγή οποιασδήποτε λογικής συζήτησης γι? αυτό.

Η μετανάστευση θα αποτύχει αν η Γερμανία δεν μπορέσει να επιλύσει την αντίφαση ανάμεσα στους κοσμικούς και φιλελεύθερους νόμους της και στις πατριαρχικές και συντηρητικές απόψεις που κουβαλάνε μαζί τους οι πρόσφυγες. Δεν μπορούμε να αποφύγουμε αυτή τη συζήτηση από το φόβο ότι θα ενισχύσουμε την ακροδεξιά. Αλλά η μετανάστευση θα αποτύχει και αν δαιμονοποιήσουμε μια ολόκληρη γενιά προσφύγων. Αυτό δεν είναι το πρώτο κύμα προσφύγων που φτάνει στη μεταπολεμική Γερμανία ούτε είναι η πρώτη φορά που η Αριστερά και η Δεξιά παίζουν αντιστοίχως τους ρόλους της υποβάθμισης και της διόγκωσης της πρόκλησης που θέτουν οι πρόσφυγες.

Η Αριστερά έχει για καιρό αγνοήσει τη σχέση ανάμεσα στην εγκληματικότητα, από τη μια πλευρά, και τη φτώχεια και το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, από την άλλη, που ενδημούν στις κοινότητες των προσφύγων. Η Δεξιά έχει για καιρό διογκώσει τη σχέση ανάμεσα στην κουλτούρα των προσφύγων και την εγκληματικότητα, παρόλο που όλες οι μελέτες δείχνουν ότι τέτοια σχέση δεν υπάρχει (με εξαίρεση τα εγκλήματα τιμής, που είναι σπάνια). Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι αν οι πρόσφυγες είναι κακοί άνθρωποι, αλλά αν η Γερμανία τους ενσωματώνει με αποτελεσματικό τρόπο. Και αν όχι, τι πρέπει να κάνει για να το πετύχει.

Τίποτα από αυτά όμως δεν χωράει σε έναν τηλεοπτικό δέκτη ή σε ένα tweet. Αλλά ακόμη κι αν χωρούσε, δεν θα έφτανε στο κοινό, εν μέσω του κλίματος υστερίας που επικρατεί. Οι υποθέσεις έχουν πάρει τη θέση των παρατηρήσεων και η ιδεολογία έχει πάρει τη θέση των στοιχείων. Η Γερμανία οδηγείται σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία χωρίς να έχει ιδέα πώς θα είναι η κοινωνία αυτή. Πρέπει να ξαναβρούμε μια αίσθηση ισορροπίας – αλλιώς είναι ζήτημα χρόνου να κτυπήσουμε σε τοίχο.

Πηγή: The New York Times

* H Άνα Ζάουερμπρεϊ είναι αρθρογράφος της εφημερίδας Der Tagesspiegel.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: