Ιστορίες τιμής και δόξας: Πώς ο Γιώργος Κούδας δεν πήρε μεταγραφή στον Ολυμπιακό




Του Κωνσταντίνου Ζέρβα*

Απορούν ορισμένοι γιατί το ποδόσφαιρο είναι ο βασιλιάς των σπορ. Πώς μπορεί να συγκινήσει και να κινητοποιήσει με τέτοιο μαζικό τρόπο τόσο πολύ κόσμο. Πώς μπορεί να κάνει μια πόλη, μια χώρα, έναν λαό να διαδηλώνει, να πανηγυρίζει, να χαίρεται και να κλαίει.

Έχω μια διδακτική ιστορία για τη Θεσσαλονίκη και το απόλυτο ποδοσφαιρικό σύμβολό της, τον Γιώργο Κούδα. Μου την έχει περιγράψει ένας από τους βασικούς πρωταγωνιστές της, ο πατέρας μου, Βασίλης Ζέρβας, πρόεδρος του ΠΑΟΚ (ενιαίος Αθλητικός Σύλλογος τότε, πριν την «επαγγελματοποίηση»), σε χρόνια δύσκολα αλλά και δημιουργικά.

Ο Βασίλης Ζέρβας, ο Γιώργος Παντελάκης ως γενικός γραμματέας και ο Βαγγέλης Μυλωνάς, αντιπρόεδρος, μαζί με τους συνεργάτες τους ήταν οι νέοι και φιλόδοξοι παράγοντες που ανέλαβαν να κάνουν τον ΠΑΟΚ μεγάλο και πρωταγωνιστή. Όπως μου έλεγε ο πατέρας μου «να μπει σφήνα στο πανίσχυρο τότε ΠΟΚ» (Το Π.Ο.Κ. ήταν ένα είδος αθλητικού τραστ, με σκοπό το αμοιβαίο όφελος από τη διοργάνωση αγώνων και τουρνουά και εξελίχθηκε σε μακροχρόνια συνεργασία των τριών ομάδων Παναθηναϊκού, Ολυμπιακού και ΑΕΚ). Γνώριζαν πολύ καλά ότι κρατούσαν στα χέρια τους την τύχη ενός από τους πιο χαρισματικούς ποδοσφαιριστές που αναδείχτηκαν ποτέ στην Ελλάδα, και ταυτόχρονα έφεραν το βάρος της διαχείρισης της τιμής μιας ολόκληρης πόλης.

Το 1958, ο Κούδας, σε ηλικία 11 ετών, είχε ενταχθεί στην οικογένεια του ΠΑΟΚ και το 1963 μπαίνει στο ανδρικό τμήμα. Το ταλέντο του είναι αναγνωρισμένο σε όλη την Ελλάδα και το ΠΟΚ σφάζεται για να τον αποκτήσει.

Στις αφηγήσεις του πατέρα μου, η απόπειρα… αρπαγής του Κούδα είχε πάντα περίοπτη θέση. Αρπαγή, διότι οι κανόνες της εποχής είχαν και την παράμετρο του ήθους. Η ένταξη ενός ποδοσφαιριστή σε έναν ερασιτεχνικό σύλλογο σήμαινε ότι για 12 χρόνια δεν μπορούσε να φύγει από τον σύλλογο. Εκτός αν συναινούσε η διοίκηση του συλλόγου…

Ο Βασίλης Ζέρβας περιέγραφε συχνά πώς ο ΠΑΟΚ είχε ένα δίκτυο για να βρίσκει τους καλύτερους παίχτες στη Βόρεια Ελλάδα (Σαράφη, Τερζανίδη, Φουντουκίδη κ.ά). Πώς ξεχρέωσε το οικόπεδο της Τούμπας που ανήκε στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού. Πώς ολοκλήρωσε ως μηχανικός τις μελέτες για το γήπεδο και πώς κατασκευάστηκε η Τούμπα με την εργασία φιλάθλων τα Σαββατοκύριακα…

Στις αφηγήσεις του όμως ξεχώριζε πάντα το κεφάλαιο «Κούδας».

Ήταν καλοκαίρι του 1966, όταν ο Ολυμπιακός δελεάζει την οικογένεια του 19χρονου Γιώργου Κούδα, κατεβαίνει στην Αθήνα και προπονείται με τον Ολυμπιακό. Στη Θεσσαλονίκη επικρατεί πανζουρλισμός για την… αρπαγή. Στον Ολυμπιακό θεωρούν σίγουρη την απόκτηση του. Είχε πάρει τη συγκατάθεση (δια ανταλλαγμάτων) της οικογένειας του ποδοσφαιριστή και θεωρούσε νομοτελειακό ότι με τα κατάλληλα ανταλλάγματα θα έπαιρνε και τη συγκατάθεση της διοίκησης του ΠΑΟΚ (300.000 δραχμές και πέντε παίχτες).

Την ίδια ώρα, Παναθηναϊκός και ΑΕΚ έδιναν γη και ύδωρ για να αποκτήσουν τον παίχτη. Ο Παναθηναϊκός μάλιστα έδινε ένα εκατομμύριο δραχμές και πέντε παίχτες, μεταξύ των οποίων και ο Τάκης Λουκανίδης!

Ο Κούδας μπορεί να ήταν στον Πειραιά, όμως η απαίτηση της διοίκησης του ΠΑΟΚ, του λαού της ομάδας, αλλά και της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης ήταν μία και μοναδική: Να μείνει ο Γιώργος στον ΠΑΟΚ, να μείνει στη Θεσσαλονίκη. Το σύνθημα για το μεγάλο «όχι» είχε δοθεί. Και η διοίκηση του ΠΑΟΚ το έκανε πράξη, με τον Ολυμπιακό να βλέπει τον παίχτη μόνο σε προπονήσεις και τρία φιλικά…

Ο Κούδας μένει εκτός ποδοσφαιρικής δράσης για δυο χρόνια.

Επιστρατεύεται και ο χουντικός ισχυρός ανήρ του αθλητισμού Κώστας Ασλανίδης, καθώς ο Κούδας δεν είχε ξεχαστεί… Για τους περισσότερους ήταν αδιανόητο να αρνηθεί κάποιος κάτι στον Ασλανίδη, ο οποίος πίεζε αφόρητα τον Αριστερό Ζέρβα και τον Δεξιό Παντελάκη να ενδώσουν έστω για να παίξει δυο χρόνια ο Κούδας στον Ολυμπιακό και μετά να επιστρέψει στον ΠΑΟΚ.

Την ίδια πίεση ασκούσε και ο λαός του ΠΑΟΚ. Το «όχι» στη μετεγγραφή του Κούδα στον Ολυμπιακό, ομόθυμο. Η διοίκηση του ΠΑΟΚ, με ακεραιότητα και ευθύνη απέναντι στην ίδια την πόλη, αντιστέκεται και αρνείται στο γέννημα θρέμμα της Θεσσαλονίκης, στον μεγαλύτερο ποδοσφαιριστή να φύγει.

Ο Κούδας επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη. Ο κόσμος… συγχωρεί και δοξάζει την 1η Αυγούστου 1968. Και η «βεντέτα» μεταξύ των οπαδών ΠΑΟΚ και Ολυμπιακού έχει τις ρίζες της ακριβώς σε αυτή την ποδοσφαιρική ιστορία. Η άρνηση αυτή προσέφερε στον Κούδα μια θέση στην ιστορία της Θεσσαλονίκης, στο Πάνθεον των ηρώων της πόλης. Έβαλε τις βάσεις για τη μεγάλη ομάδα του ΠΑΟΚ της δεκαετίας του 1970.

Ο Κούδας φόρεσε μόνο τα ασπρόμαυρα και τη φανέλα με το εθνόσημο και έγινε ο θρύλος της ποδοσφαιρικής Θεσσαλονίκης. Πήρε στο σπίτι του «το 10 το καλό», σε μια εποχή που τα ονόματα των παιχτών δε γράφονταν στις φανέλες. Κέρδισε τον τίτλο του ηγέτη, το προσωνύμιο του «Μεγαλέξανδρου».

Ζέρβας, Παντελάκης και Μυλωνάς λειτούργησαν μόνο με γνώμονα την αγάπη στην ομάδα, στο λαό της, στη Θεσσαλονίκη. Με πίστη σε ιδανικά και αξίες, που δεν πωλούνται και δεν αγοράζονται.

Ας μου επιτραπεί να υπερασπιστώ την άποψη ότι ένα κομμάτι της περηφάνειας, της αναγνωρισιμότητας της ακμής μιας πόλης είναι άρρηκτα δεμένο με τα αθλητικά σωματεία της.

Ζητούνται και σήμερα τα σύμβολα, αλλά και οι άνθρωποι που σηματοδοτούν με τις πράξεις τους αξίες σε μια κοινωνία, που είναι θεματοφύλακες, κρατώντας με σθένος και κόντρα στα κελεύσματα των καιρών αναλλοίωτες τις αρχές που πρέπει να διέπουν όλους μας.

* Ο Κωνσταντίνος Ζέρβας είναι δημοτικός σύμβουλος στον δήμο Θεσσαλονίκης, γιος του προέδρου του ΠΑΟΚ την εποχή της απόπειρας μετεγγραφής του Γιώργου Κούδα στον Ολυμπιακό

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: