Αρίγκο Σάκι: “Εάν εγώ είμαι ρατσιστής, τότε ο Μπλάτερ είναι ηθικολόγος”




Από μικρός του άρεσαν τρία επαγγέλματα: διευθυντής ορχήστρας, σκηνοθέτης και προπονητής. Δεν θα μάθει κανείς ποτέ τι έχασε η μουσική και ο κινηματογράφος, όμως όλοι σίγουρα γνωρίζουν τι κέρδισε το ποδόσφαιρο από την επιλογή του Αρίγκο Σάκι.

Ο 69χρονος Ιταλός φιλόσοφος των γηπέδων μιλάει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, προκαλώντας ερωτήματα, ανοίγοντας συζητήσεις, κάνοντας αποκαλύψεις και δίνοντας απαντήσεις, πετώντας από πάνω του τον χαρακτηρισμό του ρατσιστή, που του «κόλλησαν» πρόσφατα οι συμπατριώτες του. Καθηγητής της γεωμετρίας του ποδοσφαίρου, δεν θα κλείσει ούτε σε αυτή τη συνομιλία φυσικά τη γνώμη του μέσα σε ένα στάδιο ποδοσφαίρου. Θα την ταξιδέψει στην Ελλάδα, στον κόσμο, πάλι πίσω στην Ιταλία, προκειμένου να μιλήσει για την κρίση, την οικονομία, την κοινωνία, τον Μπερλουσκόνι.

Ε: Ζούμε σε μία εποχή κρίσης. Στην Ελλάδα, την Ιταλία, στον κόσμο. Πως αντιμετωπίζετε την κατάσταση;

Α: «Η Ιταλία, όπως και η Ελλάδα αντιμετωπίζουν μία δύσκολη κατάσταση, οικονομική και κοινωνική. Ομως τα πράγματα θα πάνε καλύτερα, πρέπει να πάνε καλύτερα».

Ε: Πόσο επηρέασε η κρίση το ποδόσφαιρο;

Α: «Το ποδόσφαιρο είναι μέρος της ζωής. Δεν μπορεί να αποτελέσει εξαίρεση. Είναι ένα κοινωνικό γεγονός, δεν είναι δυνατό η κρίση αυτή να μην έχει επιπτώσεις και στο ποδόσφαιρο».

Ο Σάκι κέρδισε τα δύο πρώτα Κύπελλα Πρωταθλητριών και το πρώτο πρωτάθλημα της εποχής Μπερλουσκόνι, στα τέλη των χρόνων του ογδόντα και στην αρχή του ενενήντα. Ηταν και παραμένει πολύ καλός φίλος και συνομιλητής του πρώην Ιταλού πρωθυπουργού και (ακόμα) ιδιοκτήτη της Μίλαν.

Ε: Τι σημαίνει ο Μπερλουσκόνι για τη Μίλαν αλλά και την Ιταλία:

«Ο Μπερλουσκόνι έφερε στο ιταλικό ποδόσφαιρο μία επανάσταση. Το αγαπάει, βοήθησε να προχωρήσει μπροστά. Εκανε ενέργειες, άλλαξε πράγματα, παρέσυρε και άλλους. Το βλέπει σαν θέαμα. Στις μέρες μου ασχολούνταν πολλές ώρες. Και έφτασαν επιτυχίες από το 87 έως το 2006, σε ομάδες αλλά και την εθνική. Σήμερα η κατάσταση είναι πιο περίπλοκη και με την πολιτική. Και στην Ιταλία και στην Ελλάδα προσπαθούν να κάνουν το καλύτερο, αλλά δεν τα καταφέρνουν. Εγώ λέω πως όταν δεν μπορείς να κάνεις εκείνο που θέλεις, όπως το θέλεις είναι καλύτερα να φύγεις».

Γιος επιχειρηματία, γεννημένος πριν 69 χρόνια, πρωταπριλιά του 1946 στο Φουζινιάνο, ξεκίνησε να προπονεί στα 27 του χρόνια, περνώντας από τότε περισσότερα από σαράντα χρόνια στους πάγκους.

Ε: Πως είναι από μακριά το ποδόσφαιρο;

«Δεν είμαι μακριά από το ποδόσφαιρο. Μέχρι πέρσι ήμουνα στις μικρές ομάδες της εθνικής από U14 έως U21, γράφω στην Gazzetta Dello Sport, ήμουν στο Αl Jazira -όπου σχολίασε δύο Μουντιάλ και δύο Euro- βρίσκομαι κοντά στο ποδόσφαιρο, αλλά ουσιαστικά τελευταία φορά σε πάγκο ήμουνα στην Ατλέτικο Μαδρίτης το 1999».

Ποτέ του, όταν το σκορ ήταν 1-0, δεν έβγαζε ένα επιθετικό για να βάλει αμυντικό, προκειμένου να κρατήσει τη νίκη. Εκανε το αντίθετο.

Ε: Σας αρέσει το ποδόσφαιρο όπως είναι στις μέρες μας;

«Το πρόβλημα στην Ιταλία και την Ελλάδα είναι ότι δεν μπορούμε να παρακολουθήσουμε τα γεγονότα με την ταχύτητα που αναπτύσσονται. Ολο θεωρούμε ότι οι βάρβαροι είναι οι άλλοι. Στην Ιταλία θέλουν να σταματήσουν τον χρόνο, αλλά αυτό δεν γίνεται. Η επανάσταση πρέπει να συνεχίζεται, να έχει διάρκεια».

Ε: Τι χρειάζεται για να γίνει καλύτερο; Τι και πως πρέπει να γίνει;

Α: «Το ποδόσφαιρο πρέπει να γίνει ξανά ελκυστικό, χρειάζεται ταχύτητα. Διαφορετικά μοιάζει σα να είμαστε θεατές σε ένα δράμα που ξέρουμε από πριν το τέλος του. Το μέλλον του ποδοσφαίρου θα είναι καλό, μόνο αν οι ομάδες αποκτήσουν ταχύτητα, παίζουν ομαδικά, αποκτήσουν συγχρονισμό και κίνηση. Η συνεργασία άλλωστε είναι η διαφορά ανάμεσα σε ένα ατομικό και ένα ομαδικό παιχνίδι. Οι 11 παίκτες πρέπει να συγχρονίζονται σαν ένας. Χρειαζόμαστε ένα ποδόσφαιρο με ενθουσιασμό και νόημα. Οι νέοι έχουν ανάγκη να παίξουν ένα ποδόσφαιρο επιθετικό, όπου μπορεί να κάνουν λάθη, αλλά θα ωριμάσουν θα αναπτυχθούν. Για να προσελκύσει τον κόσμο πρέπει να είναι επιθετικό. Στην Ιταλία τους ενδιαφέρει η νίκη με οποιονδήποτε τρόπο. Για εμένα νίκη χωρίς αξία δεν είναι νίκη. Ο παίκτης πρέπει να είναι μπροστά από τον ρόλο, το παιχνίδι μπροστά από το αποτέλεσμα. Πάντως είμαι αισιόδοξος».

Στην αυτοβιογραφία του (Calcio totale), αναφέρθηκε στις ομάδες του, τα τρόπαια που κατέκτησε, αλλά κυρίως στο ποδόσφαιρο. Που χρειάζεται θυσίες, έχει αγωνία και στρες, αλλά την ίδια στιγμή είναι μαγικό.

Ε: Ποιες είναι οι ομάδες που ξεχωρίζετε, αυτές που στο πέρασμα των χρόνων σας άρεσαν περισσότερο;

«Μετά τον πόλεμο τρεις είναι οι ομάδες που ξεχώρισαν: ο Αγιαξ του Κρόιφ στα χρόνια 60 με 70, η δική μου Μίλαν και η Μπαρτσελόνα του Γκουαρντιόλα από 2008 έως 2012. Αυτές οι τρεις έχουν συμβάλει αποφασιστικά στην ανάπτυξη του ποδοσφαίρου. Τρία φαινόμενα απομακρυσμένα σχεδόν 20 χρόνια το ένα από το άλλο και όμως πάντα στην επικαιρότητα. Εγώ πάντα ήθελα να έχω μία ομάδα και όχι μία μονάδα. Προπονούσα την ομάδα για να γίνει καλύτερος ο παίκτης».

Παθιασμένος από πιτσιρικάς με την μπάλα, ερασιτέχνης ποδοσφαιριστής που δεν πέρασε στα βιβλία της ιστορίας «Δεν ήμουνα θρύλος, δεν έκλαψε κανείς όταν σταμάτησα», έχει πει. Κι όμως μπορεί να μιλήσει, όσο λίγοι, σ’ ένα μικρό παιδί που ξεκινάει με όνειρα για την μπάλα.

Ε: Εάν σας ρωτούσε ένα παιδί : «Κύριε Σάκι θέλω να παίξω ποδόσφαιρο, να το κάνω, να προσπαθήσω; Τι θα του λέγατε σήμερα;

Α: «Ο αθλητισμός, το ποδόσφαιρο είναι σημαντικά στην ανάπτυξη του ανθρώπου και του παιδιού. Ο άνθρωπος, το παιδί ιδιαίτερα χρειάζεται στόχους, να δουλεύει σκληρά, να αντέχει δυσκολίες. Ετσι μαθαίνει. Με ρώτησε κάποτε ένα παιδί 10 χρονών που του άρεσε πολύ το ποδόσφαιρο, εάν θα μπορούσε να παίξει. Ηθελε να γίνει πλούσιος και διάσημος, όπως οι μεγάλοι σταρ που παρακολουθεί. Ομως η επιτυχία, η δόξα, τα χρήματα δεν είναι ο στόχος στο ποδόσφαιρο, ο στόχος στη ζωή».

Ε: Ποια είναι γνώμη σας για τα χρήματα που δίνονται στο ποδόσφαιρο;

Α: «Το ερώτημα είναι: μπορεί το ποδόσφαιρο με τα χρήματα που διακινούνται να κάνει τους ανθρώπους να ξεφύγουν λίγο από τα προβλήματά τους, να διασκεδάσουν παρακολουθώντας μπάλα; Είναι μεγάλο ζήτημα το ποδόσφαιρο να το καταφέρει αυτό. Το θέμα με τα χρήματα που διακινούνται στο ποδόσφαιρο είναι σημαντικό. Για ένα καλό μέλλον, χρειάζεται οι ομάδες να έχουν υγεία, να λειτουργούν καλά, να μην ενδιαφέρονται μόνο πως θα ξοδέψουν. Είναι σημαντικοί οι προυπολογισμοί. Η UEFA έχει κάνει μία αρχή, αλλά είναι σημαντικό να προχωρήσουμε μπροστά. Οι ομάδες που δεν καταφέρνουν να είναι κόκκινες, δηλαδή έχουν αρνητικούς προυπολογισμούς, δεν μπορούν να υπάρχουν».

Κατηγορήθηκε για ρατσισμό. Εδωσε απαντήσεις. Το έκανε και τώρα μία ακόμα φορά. Θυμωμένος.

Ε: Σας κατηγόρησαν για ρατσισμό. Εχετε απαντήσει σχετικά, θα ήθελα να το κάνετε για μία ακόμα φορά. Τι συνέβη;

Α: «Είχα παρακολουθήσει ένα αγώνα στο τουρνουά Viareggio και είδα 5-6 νεαρούς μαύρους παίκτες. Ενας αχρείος δημοσιογράφος χωρίς αξιοπρέπεια , παραποίησε αυτά που είπα. Εγώ αναφερόμουν στην πρακτική ομάδων που παίρνουν νέους και μετά τους εγκαταλείπουν. Μία λειτουργία που κρύβει και οικονομικές παρανομίες. Μίλησα για την ταυτότητα του ποδοσφαίρου, όχι για το χρώμα. Δεν ήμουν ποτέ και δεν είμαι ρατσιστής στα 40 και πλέον χρόνια που βρίσκομαι στο ποδόσφαιρο . Στη Μίλαν πήρα τους δύο πρώτους μαύρους, Γκούλιτ και Ράικαρντ, στη Ρεάλ τον Ρομπίνιο, στην Πάρμα τον Αντριάνο. Δεν είμαι ρατσιστής. Ας το αφήσουμε. Εάν είναι όμως έτσι και εγώ είμαι ρατσιστής, τότε ο Μπλάτερ είναι ηθικολόγος. Εγώ πάντως δεν είμαι ούτε ρατσιστής ούτε ηθικολόγος».

Α. Βαζογιάννης, ΑΠΕ-ΜΠΕ

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: