Η Σοφία έγραψε το βιβλίο για τον εαυτό της…




«Διαγνώστηκα με καρκίνο στον μαστό τη Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου στις 15:27 σε ένα διαγνωστικό κέντρο στη Βασιλίσσης Όλγας. Μέχρι το δευτερόλεπτο που άκουσα το «κατά πάσα πιθανότητα, ναι» από τον ακτινολόγο, πίστευα πως ο καρκίνος συμβαίνει στους άλλους.

Στην οικογένειά μας δεν τον ξέραμε. Ξέραμε την πάρκινσον, τις κολπικές μαρμαρυγές, τα μυοσκελετικά. Χοληστερίνη, πίεση. Αnd that’s it. Είχα την αλαζονεία του υγιούς. Πίστευα ότι θα πεθάνω σε βαθιά γεράματα. Ότι έχω χρόνο να τρώγομαι με βλακείες».

Αυτό είναι ο πρόλογος από το βιβλίο «Καλά και σήμερα», ένα χρονικό της μάχης που έδωσε με τον καρκίνο του στήθους η συγγραφέας Σοφία Νικολαΐδου, το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Η Θεσσαλονικιά πεζογράφος («Ξανθιά πατημένη», «Ο φόβος θα σε βρει και θα είσαι μόνη», «Πλανήτης Πρέσπα», «Ο μωβ μαέστρος», «Απόψε δεν έχουμε φίλους», «Χορεύουν οι ελέφαντες») χαρίζει στο ελληνικό αλλά και στο παγκόσμιο αναγνωστικό κοινό ένα βιωματικό μυθιστόρημα φόβου αλλά και ελπίδας.

Είναι το ημερολόγιο πίστης στη ζωή από μια γυναίκα που ήρθε αντιμέτωπη με τη φοβερή αρρώστια στο μέρος – σύμβολο του ερωτισμού και της μητρότητας. Ένα χρονολόγιο που συγκλονίζει με την ειλικρίνεια η οποία φτάνει στον κυνισμό. Μια δημόσια εξομολόγηση με ψυχραιμία που φτάνει στα όρια της ψυχρότητας. Ένα προσωπικό δράμα που εναλλάσσεται με μαύρο χιούμορ. Ένα ατομικό ιστόρημα που σου δημιουργεί άμυνες εκεί που νομίζεις ότι δεν έχεις. Μια λεπτομερής απεικόνιση της κάθε τυραννικής μέρας που όμως μετριάζεται από τον εξπέρ γιατρό και το χαμόγελο μιας νοσοκόμας.

«Η υγεία ήταν αυτονόητη, μου είχε δοθεί από κούνια. Ήμουν σαράντα έξι ετών. Δεν είχα νοσήσει ποτέ σοβαρά. Μπορεί να γινόμουν ένα κουβάρι που σωματοποιούσε και μεγέθυνε την παραμικρή αναποδιά, όμως κατά βάθος ήμουν φτιαγμένη από το υλικό των ανθρώπων που περνούν τη ζωή τους καλά» σημειώνει ξεκινώντας την αφήγηση.

«Όλα άρχισαν το Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2014. Ήμασταν καλεσμένοι σε δείπνο. Απομεσήμερο, ξαπλώσαμε για να ξεκουραστούμε. Εγώ στη δικιά μου, αριστερή πλευρά του κρεβατιού, αυτή που βλέπει παράθυρο. Ψιλοσαχλαμαρίζαμε και το έπιασα. Κατά λάθος. Ένα γρομπαλάκι πάνω δεξιά, στον δεξή μαστό. Κάτι πιάνω εδώ, είπα στον Σάκη. Για δες κι εσύ. Ναι, κάτι είναι, απάντησε ψηλαφώντας. Ο κανονικός εαυτός μου δεν θα έδινε καμία σημασία. Δεν υπήρχε λόγος να χαλάσει η βραδιά. Θα το ξεχνούσα. Πιθανόν να το ξαναθυμόμουν μήνες μετά. Κάτι μέσα μου άναψε κόκκινο – ακόμη δεν ξέρω γιατί. Το ξαναψηλάφισα. Προσπάθησα να το κουνήσω. Έψαξα στο ίντερνετ. Τι θα πει «κουνιέται»; Δεν καταλάβαινα».

Η Σοφία περιγράφει σε 339 σελίδες την κάθε μέρα της χωρίς μυστικά, με όλες τις αποχρώσεις της «διαφορετικής» καθημερινότητας, με την ατομική πραγματικότητα φωτισμένη με ένταση, με τις απλές και θεωρούμενες δεδομένες απολαύσεις να μετατρέπονται κράτημα ζωής και παρηγοριά για το μέλλον.

Μαστογραφίες, υπέρηχοι, αξονικές, βιοψίες, λεμφοαγγειογραφίες, αιματολογικές, χειρουργείο, μαστεκτομή, διατατήρας, παροχέτευση, ενέσεις, αντιφλεγμονώδη, αλλαγές τραύματος, χημειοθεραπείες, περούκα, ορμονοθεραπείες, πλαστικές, βιοχημικές εξετάσεις και 7% πιθανότητες να ξανανοσήσει. Πονάει στην ψυχή και στο σώμα, αλλά γράφει από το κρεβάτι του νοσοκομείου!

Και όλα αυτά παράλληλα με το ρόλο της μητέρας, της συζύγου, της κόρης, της αδελφής, της φίλης, της συναδέλφου, της γυναίκας που θέλει να συνεχίσει να ζει όπως ζούσε πριν, να αγαπάει όπως πριν, να χαίρεται όπως χαιρόταν πριν, να γελάει όπως γελούσε πριν, να διασκεδάζει όπως διασκέδαζε πριν, να ρουφάει την κάθε σταγόνα ζωής όπως και πριν.

«Παρασκευή 20 Μαρτίου 2015.

Παίρνω τα αποτελέσματα από τις βιοχημικές εξετάσεις:

-‘Αριστα δέκα, σχολιάζει η μικροβιολόγος. Όψη, θρέψη καλή, χαμογελάει. Ξέρετε, όταν άνοιξα το εργαστήριο, το 1982, είχα πελάτισσες με καρκίνο του μαστού, τώρα πια φίλες μου. Όλες το άφησαν πίσω τους. Έχει σημασία η ψυχολογία, συμβουλεύει. Και η φροντίδα. Ο κύριος που έρχεται να πάρει τα αποτελέσματα ρωτάει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον κάθε φορά. Από δω και πέρα, θα έρχεστε να κάνετε τις εξετάσεις σας και δεν θα ξανασχοληθούμε με αυτά, εύχεται».

Ένα βιβλίο θάρρους που οφείλουν να διαβάσουν όχι μόνο όλες οι γυναίκες, αλλά κυρίως όλοι εμείς: Οι δειλοί άνδρες…

Κώστας Μαρδάς, Αθηναϊκό Πρακτορείο, Αθήνα

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: