Δύο μεγάλες ομάδες ξεχωρίζουν στην οικογένεια της ευρωπαϊκής ριζοσπαστικής Αριστεράς




Του Μαρκ Λαζάρ *

Η ανάληψη της ηγεσίας του Εργατικού Κόμματος από τον Τζέιμς Κόρμπιν, η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, οι ελπίδες του Podemos στην Ισπανία και οι πρωτοβουλίες των αντιπάλων του Ματέο Ρέντσι στην Ιταλία επαναφέρουν τη συζήτηση για την αριστερά της Αριστεράς, που αποκαλείται συχνά ριζοσπαστική Αριστερά.

Η ιστορία της ευρωπαϊκής Αριστεράς έχει σημαδευτεί από επανειλημμένες κατηγορίες περί προδοσίας των μεταρρυθμιστικών κομμάτων. Στην πραγματικότητα, τόσο σήμερα όσο και στο παρελθόν, η ριζοσπαστική Αριστερά μπορεί να είναι ενωμένη στην άσκηση κριτικής κατά των μεταρρυθμιστών, αλλά συνιστά έναν ετερογενή γαλαξία όπου ξεχωρίζουν δύο μεγάλες ομάδες. Η μία, η παραδοσιακή, έχει ως σημεία αναφοράς τις παραδοσιακές αρχές της Αριστεράς (κρατισμός, ευρεία κοινωνική αναδιανομή, φορολόγηση των εχόντων κλπ), με την προσθήκη οικολογικών ευαισθησιών. Η Αριστερά αυτή, που παρουσιάζει διαφοροποιήσεις από τη μια χώρα στην άλλη, εκπροσωπείται από τον Κόρμπιν, υπάρχει ως μειοψηφία στους κόλπους του Δημοκρατικού Κόμματος της Ιταλίας, ενώ έχει μια αυτόνομη παρουσία στη Γερμανία με το Die Linke, στη Γαλλία με το Μέτωπο της Αριστεράς και στην Ελλάδα με τη Λαϊκή Ενότητα.

Η άλλη μεγάλη ομάδα είναι πιο «κινηματική». Σε αυτήν ανήκουν ο ΣΥΡΙΖΑ και το Podemos, ένα κόμμα που αρχικά απέρριπτε τη διάκριση μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς και προτιμούσε να μιλά για μια αντιπαράθεση ανάμεσα στον λαό και την «κάστα». Τα δύο αυτά ρεύματα συνυπήρχαν στον ΣΥΡΙΖΑ πριν από τη διάσπασή του. Στην Ιταλία πάλι, συνυπάρχουν στους κόλπους του SEL (Αριστερά- Οικολογία- Ελευθερία), ενός κόμματος που αποτελείται από πρώην μέλη της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης.

Πολλοί παράγοντες συμβάλλουν στη δυναμική αυτών των σχηματισμών της Αριστεράς: Η λιτότητα με όλες τις συνέπειές της και τις κοινωνικές ανισότητες που προκαλεί, η κρίση της πολιτικής αντιπροσώπευσης σε διάφορες χώρες, οι αδυναμίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι φόβοι που προκαλεί η παγκοσμιοποίηση, οι προσδοκίες για έναν καλύτερο κόσμο κ.λπ. Μεγάλες όμως, είναι και οι αδυναμίες τους. Το εκλογικό βάρος της ριζοσπαστικής Αριστεράς είναι περιορισμένο. Με εξαίρεση την περίπτωση της Ελλάδας, δεν μπορεί να προσελκύσει τα λαϊκά στρώματα που έχουν απογοητευτεί από τη μεταρρυθμιστική Αριστερά. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, το μεγαλύτερο εργατικό κόμμα είναι σήμερα το Εθνικό Μέτωπο, που αντιπροσωπεύει την αντισυστημική δύναμη. Η ριζοσπαστική Αριστερά διστάζει ανάμεσα στην απομόνωση και τη συγκρότηση συμμαχιών. Και η αξιοπιστία της σε ό, τι αφορά την επίλυση οικονομικών προβλημάτων είναι πρακτικά μηδενική.

Η ίδια αυτή Αριστερά, όμως, υπέστη μια μεγάλη ήττα στην Ελλάδα, όπου ο Τσίπρας προσέκρουσε στον τοίχο της πραγματικότητας και αναγκάστηκε να δεχθεί μια συμφωνία που βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με το πρόγραμμα του Ιανουαρίου. Το γεγονός αυτό άνοιξε μια συζήτηση για το κρίσιμο θέμα της παραμονής στην ευρωζώνη. Ορισμένοι λένε ότι η έξοδος από το ευρώ θα ήταν αυτοκτονία και ότι πρέπει όλες οι δυνάμεις να παλέψουν μαζί για να αλλάξουν τον προσανατολισμό της Ευρώπης. Για άλλους, η αποχώρηση από το ενιαίο νόμισμα θα έπρεπε να εξεταστεί ή μπορεί να είναι και απαραίτητη, όπως υποστηρίζει ο Στέφανο Φασίνα.

Αν και βασανίζεται από τέτοιες αντιπαραθέσεις, η ριζοσπαστική Αριστερά εξακολουθεί να επιμένει στην αναγκαιότητα του σεβασμού των αρχών της Αριστεράς. Ο προβληματισμός της, που έχει απήχηση και πέρα από τις γραμμές της, αποκαλύπτει ένα κλασικό δίλημμα στην ιστορία της ευρωπαϊκής Αριστεράς: Τη βασανιστική της σχέση με την εξουσία. Η συμμετοχή της στις κυβερνητικές ευθύνες, που προϋποθέτει την αναγκαιότητα της επιλογής, θεωρείται επικίνδυνη, αν όχι βρώμικη. Καλύτερα να μένεις στην αγνότητα της αντιπολίτευσης: Ένας πειρασμός που επανέρχεται στο προσκήνιο στην Ιταλία.

Πράγματι, στη χώρα αυτή, το μόνο που ενώνει την πολυδιασπασμένη ριζοσπαστική Αριστερά είναι η διαρκής κριτική κατά του Ρέντσι και της κυβέρνησής του. Ακόμη και οι ελπίδες να συγκροτηθεί ένας εκλογικός χώρος στα αριστερά του Pd εμποδίζονται από την ύπαρξη του Κινήματος των Πέντε Αστέρων. Παρόλα αυτά, ο πρωθυπουργός δεν θα πρέπει να βιαστεί να ανακοινώσει τη νίκη του. Σήμερα, πιο πολύ από ποτέ, θα πρέπει να πείσει, όπως κάθε μεταρρυθμιστής, για την ορθότητα των επιλογών του, τόσο στο οικονομικό όσο και στο κοινωνικό πεδίο.

(Πηγή: La Repubblica)

* Ο Μαρκ Λαζάρ είναι Γάλλος ιστορικός, ειδικός για την ευρωπαϊκή Αριστερά

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: