Του Νίκου Δάβρη
Το κείμενο αυτό είναι αφιερωμένο στον Βαγγέλη Γιακουμάκη ,ένα νέο παιδί που έπεσε νεκρό από τη μάστιγα του φαινομένου της βίας που βρίσκεται παντού ανά τον κόσμο και πληγώνει τις ψυχές των ανθρώπων βάναυσα.
Bullying: Ένα αισχρό φαινόμενο το οποίο συναντάμε καθ΄όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Είναι το φαινόμενο βίας που σκοπό έχει να προσφέρει μία αίσθηση ανωτερότητας μέσα από τη βία.
Όχι δεν είναι κάτι που υπάρχει μόνο στα σχολεία. Είναι η οποιαδήποτε μορφή εκφοβισμού και σε οποιαδήποτε μορφή ζωής,από ένα μικρό ζωάκι μέχρι και την ασέβεια που δείχνουμε σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Το αποτέλεσμα πάντα είναι το ίδιο:σημαδεύονται αθώες καρδιές για πάντα.
Σε ηλικία 29 ετών μπήκα στη Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων για να μάθω ένα επάγγελμα, ελπίζοντας σε ένα καλύτερο αύριο. Η σχολή αν και είχε πολλά προβλήματα, μου φάνηκε ζεστή, ή τουλάχιστον τα όνειρα που μου επέτρεψε να κάνω, την έκαναν να φαίνεται ζεστή. Ήθελα να μάθω όσο πιο πολλά μπορούσα, ήθελα οι καθηγητές μου να μου μεταφέρουν όλη τους τη γνώση. Αυτή η διαδικασία με έκανε να αισθάνομαι καλά.
Στη σχολή συγκατοίκησα με έναν εξαίρετο άνθρωπο, με τον οποίο μοιραζόμαστε τις ίδιες ιδέες για τη ζωή: το σεβασμό και την ανθρωπιά και γι’ αυτό το λόγο γίναμε καλοί φίλοι. Σύντομα το δωμάτιό μας έγινε πυρήνας προσέλευσης αρκετών ατόμων λόγω της φιλοξενίας του αλλά και της ικανότητάς μας να ακούμε και να συζητάμε. Ερχόντουσαν αγόρια και κορίτσια, μέχρι και ο επιστάτης ερχόταν για να κάνουμε πλάκα όλοι μαζί. Ήταν το δωμάτιό μας ένας πόλος ανθρωπιάς.
Όπως στις περισσότερες κοινότητες, έτσι και σ’ αυτό το οικοτροφείο υπάρχουν πάντα κάποιοι που θέλουν να ταράζουν την ηρεμία, με όποιο τρόπο μπορούν. Αυτός ήταν και ο πρώτος λόγος που συγκρούστηκα με μία ομάδα νέων οι οποίοι αμφιβάλλω ακόμα και τώρα για το αν έμαθαν ποτέ στη ζωή τους τι σημαίνει σεβασμός,ανθρωπιά και αγάπη. Ένα βράδυ αργά, καθώς ξάπλωνα να ξεκουραστώ και η ώρα ήταν περασμένη, άρχισαν τα άτομα αυτά να προκαλούν πολλή φασαρία. Λόγω του βίαιου τους χαρακτήρα, οι υπόλοιποι οικότροφοι φοβόντουσαν να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους. Εγώ δεν άντεξα και βγήκα έξω να τους μιλήσω. Βέβαια, όταν είδα τα ποτά και τη γενικότερη κατάστασή τους, προτίμησα να πάω κατευθείαν στο φύλακα να του μιλήσω, προκειμένου να μην συγκρουστώ μαζί τους. Εκεί διεπίστωσα τη βίαιη, ανάρμοστη και απάνθρωπη συμπεριφορά τους και οι επόμενες μέρες το απέδειξαν περίτρανα.
Κάθε μέρα που περνούσα από κοντά τους και με έβλεπαν σιγοψιθύριζαν «ρουφιάνος» και προσπαθούσαν να με καταρρακώσουν συναισθηματικά. Λόγω της συγκριτικά μεγάλης ηλικίας μου, έβλεπαν παρ’ όλ’ αυτά ότι δεν μπορούσαν τα σχόλιά τους να με επηρεάσουν, έτσι αποφάσισαν να μου μιλήσουν ευθέως.Ήταν μαζεμένα 7 άτομα και με φώναξαν, εγώ τους πλησίασα χωρίς φόβο, όπως έχω μάθει να κάνω στη ζωή μου.
Τα σχόλιά τους ήταν δηκτικά και οι απειλές τους γελοίες, όπως και οι ίδιοι. Θέλησαν να απειλήσουν έναν άνθρωπο 29 ετών με βιαιοπραγία αλλά δεν περίμεναν αντίδραση, κάτι που στράφηκε εναντίον τους εν τέλει, περιορίζοντάς με αυτόν τον τρόπο την όποια τάση τραμπουκισμού προς το μέρος μου. Ο καιρός περνούσε και το γεγονός ότι ήμουν ένας άνθρωπος με κότσια τους φόβισε.
Τότε αποφάσισαν ότι αφού δεν μπορούν να με φοβίσουν, θα με διαφθείρουν. Έτσι ξεκίνησαν να μου μιλούν πιο ήρεμα και να προσπαθούν να με προσεγγίσουν να ενταχθώ στην παρέα τους. Με άλλα λόγια προσπαθούσαν να σπιλώσουν την ποιότητα που τόσα χρόνια είχα καλλιεργήσει με τη βοήθεια των γονιών μου, των δασκάλων μου και των φίλων μου.
Άρχισαν να κατηγορούν στο πρόσωπό μου ένα άλλο παιδί, που και το ίδιο είχε προσπαθήσει να αναφέρει κάποιο συμβάν που είχε προκληθεί πάλι από τους ίδιους. Με αυτό τον τρόπο θεωρούσαν ότι θα ταχθώ με το μέρος τους. Όταν βέβαια κατάλαβαν ότι ο χαρακτήρας μου είναι ακέραιος, αποφάσισαν να μην ασχοληθούν μαζί μου ξανά. Έτσι βγήκα αλώβητος από τον πρώτο χρόνο στη σχολή.
Ο επόμενος χρόνος ήταν αυτός του Βαγγέλη, ενός παιδιού αθώου, δίχως κακία, γεμάτο αγάπη, χαρούμενο για το νέο του ξεκίνημα, το οποίο θα του παίρνανε πίσω με την πάροδο του χρόνο σιγά σιγά. Υποδεχθήκαμε τους πρωτοετείς και βλέποντας το πρόσωπό του κατάλαβα ότι ήταν ένα παιδί, ένας αθώος και αγνός νέος. Είχε μία φωτεινότητα το πρόσωπό του και καταλάβαινες ότι είχε όνειρα και οραματιζόταν τη ζωή του και το μέλλον του με ελπίδα και αισιοδοξία όπως κάθε άλλος νέος στην ηλικία του.
Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι δεν ήμουν φίλος του. Δεν ξέρω αν ο ίδιος με είδε έτσι ποτέ. Ωστόσο το μετανιώνω και θα το μετανιώνω που δεν προσπάθησα περισσότερο να απαλύνω τον πόνο του. Οι μέρες περνούσαν και το παλικάρι αυτό συνέχιζε να μου προκαλεί μία θετική και ευχάριστη εντύπωση, ώσπου ξαφνικά αντιλήφθηκα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Το πρόσωπό του σκοτείνιαζε και σταμάτησε να έχει τη λάμψη και την αισιοδοξία των πρώτων ημερών. Τότε ξεκίνησα να ρωτάω.
Απευθύνθηκα πρώτα στον ίδιο αλλά η καθησυχαστική απάντησή του δε με έπεισε. Συνέχισα να ρωτάω και να αναζητώ απαντήσεις μέχρι που έμαθα τι περνούσε το παιδί αυτό. Τότε έτρεξα αμέσως στην υπεύθυνη της εστίας και μετά στον διευθυντή της σχολής και τους ειδοποίησα για το μαρτύριο του Βαγγέλη. Τους προειδοποίησα επίσης ότι κάποια στιγμή μπορεί να τον χτυπήσουν πολύ σοβαρά και να του προκαλέσουν ζημιά μη αναστρέψιμη. Τους προέτρεψα να κάνουν ότι ήταν δυνατόν. Αυτά που υφίστατο ο Βαγγέλης εκείνη την περίοδο με πόναγαν βαθύτατα. Είναι πολύ άσχημο να αντιλαμβάνεσαι ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο σε ένα συνάνθρωπό σου και να μην μπορείς να κάνεις κάτι για το σταματήσεις. Προσπαθούσα συνεχώς να τραβήξω το παιδί μακριά από αυτά τα κακοποιά στοιχεία, ωστόσο η ανάγκη του Βαγγέλη για κοινωνική αποδοχή από του ς συντοπίτες του ήταν τέτοια που ποτέ δεν απομακρύνθηκε από την ομάδα των ανθρώπων που τον βασάνιζαν.
Καθώς πλησίαζε η μέρα που θα αποφοιτούσα, με πλησίασε ο Βαγγέλης και μου εκμυστηρεύτηκε όλα όσα υφίστατο τόσο καιρό από τους συμφοιτητές του. Με τρεμάμενη φωνή μου ανέφερε ότι είχε μάθει πως είχα ενημερώσει τη διεύθυνση της σχολής, ενώ η τελευταία του κουβέντα σε μένα ήταν «αυτό που έκανες για μένα,ούτε αδερφός σε αδερφό δεν κάνει». Για άλλη μια φορά απέδειξε το παιδί αυτό το μεγαλείο ψυχής που είχε. Η δική μου τελευταία κουβέντα στον ίδιο ήταν η προτροπή να φύγει μακριά τους, μόνο κακό του προκαλούσαν και δεν τους είχε ανάγκη.
Στη συνέχεια έφυγα στο εξωτερικό για να εργαστώ και ενώ με τον αυξημένο φόρτο εργασίας δεν είχα χρόνο να διατηρήσω επικοινωνία με τις επαφές μου από τη σχολή, εν τούτοις δεν ξέχασα τον Βαγγέλη. Στις 6 Φεβρουαρίου 2015 έμαθα το νέο τηςεξαφάνισης του και όλα όσα είχαν συμβεί κατέκλυσαν και πάλι το μυαλό μου. Ήθελα να γυρίσω πίσω, είχα αρχίσει να φοβάμαι ότι το δεύτερο έτος για τον Βαγγέλη ήταν μαρτυρικό. Οι φόβοι μου εν τέλει επιβεβαιώθηκαν όταν σιγά σιγά έβγαιναν στο φως της δημοσιότητας όλα τα έκτροπα που είχε υποφέρει το παιδί στη σχολή.
Εκείνο το πρωί της Κυριακής που έμαθα το νέο του θανάτου του, η καρδιά μου ράγισε. Αυτό το υπέροχο αθώο πλάσμα χάθηκε τόσο άδικα και όχι μόνο αυτό, αλλά οι εγκληματίες που προκάλεσαν αυτή την τραγωδία συνέχισαν χωρίς ίχνος αιδούς να βεβηλώνουν τη μνήμη του.
Μία εβδομάδα έχει περάσει από το χαμό του και βρίσκομαι αυτή τη στιγμή στο αεροδρόμια για να επιστρέψω στην Ελλάδα, να επισκεφτώ τον τελευταίο οίκο του Βαγγέλη, να τον χαιρετήσω και να του πω πόσο λυπάμαι που δεν του στάθηκα περισσότερο. Ο μόνος φόρος τιμής που μπορώ να αποτίσω στη μνήμη του είναι να μην τον ξεχάσω ποτέ. Είμαι κι εγώ Βαγγέλης και πάντα θα τον θυμάμαι.