Του ΜΑΡΙΟΥ ΕΥΡΥΒΙΑΔΗ

Η Λευκωσία χρειάζεται ν´αυξήσει την διαπραγματευτική της ισχύ έναντι της Άγκυρας  η οποία την απειλεί υπαρξιακά. Αυτό η Λευκωσία δεν μπορεί να το πράξει άμεσα και σε μετωπική αντιπαράθεση με το Τουρκικό κράτος. Θα πρέπει συνεπώς να τό επιδιώξει έμμεσα, δηλαδή διά της πλαγίας οδού. Και μπορεί να το κατορθώσει μέσα στο πεδίο δράσης των διακρατικών σχέσεων, δηλαδή συστημικά.

Εάν η Λευκωσία κατορθώσει όντως να αυξήσει την διαπραγματευτική της ισχύ σχετικά με τους υπόλοιπους παίκτες του διακρατικού συστήματος, τότε εξ´ορισμού θα την έχει αυξήσει και έναντι σ´ένα από αυτούς και συγκεκριμένα την Τουρκία. Έαν η Λευκωσία δεν κινηθεί συστηματικά, οργανωμένα και σχετικά γρήγορα για να αυξήσει την σχετική της συστημική ισχύ, τότε είναι θέμα χρόνου η Τουρκία να της επιβάλει τους δικούς της όρους που συνεπάγονται, πρωτίστως, την κατάλυση του κυπριακού κράτους. Και η Λευκωσία χωρίς επιλογές, κοινώς με το “πιστόλι στον κρόταφο”, θα αποδεχθεί και θα νομιμοποιήσει αυτόν τον καταναγκασμό με την υπογραφή της.

Η ισχύς των κρατών μέσα στο διακρατικό σύστημα, δηλαδή η ικανότητα τους να επιβάλουν δια καταναγκασμού την βούληση τους έναντι τρίτων, δεν υπήρξε ποτέ απόλυτη αλλά σχετική. Συνεπώς δεν είναι δεδομένο ούτε και κανόνας ότι οι ισχυροί επιβάλλονται στους ανίσχυρους. Αντίθετα υπάρχουν και πολλά παραδείγματα όπου όχι μόνο δεν ισχύει ο κανόνας αλλά συμβαίνει και το αντίθετο -με τον ανίσχυρο να περιορίζει δραστικά, ακόμη και να ακυρώνει την δύναμη του ισχυρού. Εξ´ ού και η φράση “η ισχύς του ανίσχυρου”.

Επί πλέον μετά τον μεταπολεμικό διακανονισμό του 1945, το μεγαλύτερο εργαλείο καταναγκασμού των ισχυρών, ο πόλεμος, προγράφηκε απο την Χάρτα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Συνεπώς μετά το 1945 έπαψε να ισχύει η περίφημη ρήση του Πρώσου στρατηγού και διανοητή του πολέμου, Καρλ Φον Κλαούσεβιτς, πως “ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα”. Καί όχι μόνο. Ως συνέπεια της προγραφής, η κατάκτηση/κατοχή εδαφών με την χρήση βίας δεν μπορεί ποτέ, μα ποτέ, να νομιμοποιηθεί. Και καμία αλλαγή συνόρων ή ανταλλαγή εδαφών δεν γίνεται αποδεκτή απο το διακρατικό σύστημα, παρά μόνο εάν αυτή προκύψει συναινετικά και μέσω διαφανών διαδικασιών ή δημοψηφισμάτων.

Τέλος και ειδικά μετά το 1945, η ισοτιμία των κρατών εκφραζόμενη και ως κυριαρχία, λειτουργεί ως αντισταθμιστής ανάμεσα στα ανίσχυρα και ισχυρά κράτη. Ως συνέπεια ένα ανίσχυρο, αλλά όχι μικρό κράτος -μικρά κράτη δέν υπάρχουν στο διακρατικό σύστημα- διαθέτει όλα τα συστημικά εργαλεία για να διασφαλιστεί έναντι ισχυρών κρατών που τα επιβουλεύονται, όπως συμβαίνει μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας. Είναι ακριβώς για αυτόν τον λόγο που οι Τούρκοι έχουν κυριολεκτικά …σκυλιάσει, και απειλούν θεούς και δαίμονες. Διότι αδυνατούν να ακυρώσουν τους συστημικούς περιορισμούς του μεταπολεμικού διακρατικού συστήματος αναφορικά με την Κύπρο. Αυτοί οι διεθνώς κατοχυρωμένοι θεσμοί παρέχουν προστασία σε ένα από τα μέλη του το οποίο, με την αυθύπαρκτη ιδιότητά του ως κράτος, είναι ταυτόχρονα και συνιδρυτής του διακρατικού συστήματος.

Στην περίπτωση της οιονεί αντιπαράθεσης/διαπραγμάτευσης μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας, η Λευκωσία πρέπει να υιοθέτησει μια εναλλακτική στρατηγική από αυτή που φαίνεται να εφαρμόζει, αν θέλει να διασφαλισθεί έναντι της Τουρκικής βουλιμίας. Η στρατηγική που προσφέρεται και για την οποία αναφέρθηκα και πρόσφατα (“Υπάρχουν στρατηγικές αποτελεσματικής διαπραγμάτευσης  με τους Τούρκους” Φιλελεύθερος της Κυριακής 22/3/15) είναι αυτή της “έμμεσης προσέγγισης” (“indirect strategy”).

Υπάρχουν, την χρονικήν αυτή περίοδο τέσσερα τουλάχιστον πεδία δράσης στα οποία μπορεί, μέσω της “έμμεσης προσέγγισης”, να δραστηριοποιηθεί, η Λευκωσία. ´Εαν αυτά αποτελέσουν μέρος μιας ολικής προσέγγισης, χωρίς το σύνδρομο  τους “ενός βήματος μπροστά, δύο πίσω” (ώστε να μην ενοχλούνται οι δυτικές καγκελλαρίες ), θα μπορούσαν αθροιστικά να αύξησουν την συστημική σχετική ισχύ της Κύπρου, ώστε αυτή να δημιουργήσει προϋποθέσεις εξαργύρωσης έναντι της Άγκυρας.

Τα πεδία δράσης είναιQ

α) η Ευρωπαϊκή Ένωση

β) είναι η υπό διαπραγμάτευση μεταξύ  ΕΕ και ΗΠΑ “Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων ( γνωστή ως Τ.TIP- The Transatlantic Trade and Investment Partnership)

γ) η Ευρωπαϊκή ´Αμυνα και Ασφάλεια και

δ) η Ενέργεια/Ενεργειακή Ασφάλεια.

Υπάρχει αλληλουχία και επικάλυψη και στα τέσσερα αυτά πεδία. Επιπλέον και τα τέσσερα αφορούν τους σημαντικότερους διακρατικούς δρώντες που εμπλέκονται στο κυπριακό ζήτημα, μαζί με την Τουρκία, στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο. Αφορούν δηλαδή στα άμεσα συμφέροντά τους. Στην περίπτωση της Κύπρου το διακύβευμα είναι βέβαια, υπαρξιακό. Θέλω ωστόσο να σταθώ στην περίπτωση της Τουρκίας.

Είναι προφανές και όποιος παρακολουθεί τα πράγματα και μαζί τις  εξαιρετικές ανταποκρίσεις του Παύλου Ξανθούλη απο τις Βρυξέλλες (“ΕΕ: Ράβει στα μέτρα της Τουρκίας την συμφωνία τελωνειακής ένωσης” Φιλελεύθερος 22/3/15) αντιλαμβάνεται πως το αντιδημοκρατικό ιερατείο των Βρυξελλών, μαζί με την Ουάσιγκτον και τα πληρωμένα λόμπι των Τούρκων, επιδιώκουν ετσιθελικά να “ενεργοποιήσουν” την τελωνειακή ένωση ΕΕ- Τουρκίας σε βάρος των συμφερόντων ενός μέλους κράτους. Επιδιώκουν, οι επιτήδειοι αυτοί, να ακυρώσουν τα θεσμικά δικαιώματα της Κύπρου στην ΕΕ με  Δούρειο Ίππο, μεταξύ άλλων, και τον  εκπρόσωπο του ΟΗΕ στην Κύπρο, τον ´Εσπεν Μπαρθ Άιντα. Ο Νορβηγός φορά πολλά “καπέλα”, νομίζει πως είναι πιο έξυπνος απο όλους  και η “πρεμούρα” του για επανέναρξη των συνομιλίων είναι άμεσα συνδεδεμένη με τους σχεδιασμούς των δυτικών καγκελαριών για μια “ευρωπαϊκή” τάχατες Τουρκία. Εδώ η διασύνδεση (linkage) είναι άμεση  και η Λευκωσία πρέπει να δράσει, να μην ολογωρίσει και κυρίως να μην υποχωρήσει σε τίποτα. Πρέπει η Λευκωσία να ορθώσει το θεσμικό της παράστημα και να διασυνδέσει κυπριακό και Τουρκία. Τελεία και παύλα.

Η Λευκωσία δεν πρέπει να παρασυρθεί από την ανοητολογία πως η Τουρκία δεν ενδιαφέρεται, τάχατες, για ένταξη στην ΕΕ. Αντίθετα η Τουρκία κόπτεται για την ένταξη διότι αλλιως δεν χάνει μόνο οικονομικά , αλλά χάνει τον μεταπολεμικό της “ισότιμο”, ελέω ΝΑΤΟ και ΗΠΑ, λόγο στην Ευρώπη και και όλα τα συναφή με την Ευρωπαϊκη ασφάλεια. Η Κύπρος διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στο ζήτημα αυτό διότι ουσιαστικά δεν επιτρέπει την θεσμική ανάπτυξη της ευρωπαϊκής άμυνας και ασφάλειας λόγω της συνεχιζόμενης τουρκικής κατοχής στην Κύπρο. Και εδώ η Λευκωσία πρέπει να “μουλαρώσει” και ας τρέχουν αυτοί που καίγονται, όπως ο Γ.Γ. του ΝΑΤΟ, να θεραπεύσουν τα πράγματα και να βρούν λύσεις που να ικανοποιούν την Λευκωσία. Το παιχνίδι είναι για γερά νεύρα και ας αντιγράψει, επιτέλους, η Λευκωσία την…´Αγκυρα.

Η περίπτωση της Τ.TIP και η διασύνδεση της με την Κύπρο και την Τουρκία χρήζει ιδιαίτερης προσοχής απο το κυπριακό ΥΠΕΞ. Και εδώ η Τουρκία κόπτεται να μην μείνει πίσω. Χρειάζεται την ενεργοποίηση της τελωνειακής ένωσης διότι μόνο μέσω αυτής θα έχει πολύ σημαντικά ωφέλη της τάξης πολλών δις κερδών από μια συμφωνία ΕΕ -ΗΠΑ . Αλλιώς οι απώλειες της θα είναι πολλαπλές. Στο ζήτημα αυτό η Τουρκία ξοδεύει πολλά εκ. δολλάρια σε λόμπι και στις δυό πλευρές του Ατλαντικού. Φοβάται ιδιαίτερα μια αρνητική τοποθέτηση του Αμερικανικού Κονγκρέσου στο ζήτημα αυτό, κάτι που προσφέρει ένα ακόμη πεδίο δράσης για την κυπριακή διπλωματία και την ομογένεια, νοουμένου, βέβαια πως στο ΥΠΕΞ  έχουν ενεργό φάκελλο για την στρατηγική σημασία της T.TIP και έχουν κατανοήσει πως αυτή μπορεί και πρέπει να διασυνδεθεί με Τουρκία και κυπριακό.

Ως προς τα ζητήματα ενέργειας και ενεργειακής ασφάλειας, η κυβέρνηση Αναστασιάδη, όπως και οι προηγούμενες, έχουν κινηθεί με προγραμματισμό και στρατηγική αντίληψη και αυτό πρέπει να τους πιστωθεί. Αν η Λευκωσία καταφέρει να λειτουργήσει και ως καταλύτης για την δημιουργία ενός  μη νατοϊκού περιφερειακού συστήματος συνεργασίας και ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο, θα αυξήσει κάθετα την διαπραγματευτική της ισχύ μέσα στο σύστημα. Είναι σε τελική ανάλυση μια τέτοια εξέλιξη που προσπαθεί απεγνωσμένα να αποτρέψει η ´Αγκυρα με “νταΐλίκια” τύπου “Βάρβαρος”. Γνωρίζει πως αν η Λευκωσία δεν λιποψυχήσει, δεν παρασυρθεί και δεν παραπλανηθεί, τότε και στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως και στην Ευρώπη, θα χάσει αυτό που θεωρεί ως ισότιμο δικαίωμά της να συναποφασίζει με τους ισχυρούς και να εκφοβίζει με φασιστικές μεθοδεύσεις τους αδύναμους.

Οι πραγματικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Λευκωσίας και ´Αγκυρας διεξάγονται στον ευρύτερο καμβά του διακρατικού συστήματος, είναι μόνο επιφανειακά διμερείς ενώ αυτές που διεξάγονται στη Λευκωσία, τυπικά υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και που προφανώς θα επαναρχίσουν σύντομα, αποτελούν μέρος μόνο της ευρύτερης και πραγματικής διαπραγμάτευσης. Αν η Λευκωσία συνειδητοποιήσει αυτή την πραγματικότητα θα κάνει το πρώτο αλλά κρίσιμο βήμα για την ανάπτυξη μιας αποτελεσματικής στρατηγικής για την διασφάλιση των ζωτικών της συμφερόντων έναντι της βουλιμικής Τουρκίας.

Φωτογραφία ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΡΟΕΔΡΙΑ

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: