Του Πανίκου Παναγιώτου – www.philenews.com
Από την αρχή της ιστορίας με τους υδρογονάνθρακες έγινε προσπάθεια να συνδεθούν με το Κυπριακό. «Οι υδρογονάνθρακες μπορούν να αποτελέσουν καταλύτη για την επίλυση του προβλήματος», ήταν και είναι η επικρατούσα άποψη.
Η Λευκωσία και η Αθήνα, για ευνόητους λόγους, επαναλαμβάνουν συνεχώς ότι η αξιοποίηση της ΑΟΖ δεν συνδέεται με τη διαπραγματευτική διαδικασία, αλλά διαφαίνεται όλο και περισσότερο ότι διασυνδέονται για τα καλά. Και όπως διαπιστώνεται, επειδή η Τουρκία έχει συγκεκριμένους και πάγιους στόχους σε Κύπρο, Αιγαίο και Θράκη, σχεδιάζει, μεθοδεύει και περιμένει την κατάλληλη χρονική στιγμή για να τους υλοποιήσει, αξιοποιώντας αδυναμίες των αντιπάλων και πιθανές ευκαιρίες, ανεξαρτήτως αν κυβερνούν κεμαλιστές ή ισλαμιστές ή στρατηγοί.
Στη Λευκωσία και στην Αθήνα όμως, παρατηρήθηκε αρκετές φορές το φαινόμενο να αλλάζουν επιλογές και πολιτικές όχι μόνο όταν αλλάζουν κυβερνήσεις, αλλά ακόμη και όταν αλλάζουν υπουργοί Εξωτερικών. Την ίδια στιγμή, η τακτική των «ίσων αποστάσεων» από τους τρίτους, όχι μόνο διευκολύνει τον θύτη, αλλά τον αποθρασύνει για τη δημιουργία τετελεσμένων. Άλλωστε, στο «βάθος των γεγονότων» αποδεικνύεται και τώρα ότι η Άγκυρα κινείται προς την ίδια κατεύθυνση με τον ΟΗΕ, την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο, παρά τη δυσαρέσκειά τους για τη γενικότερη συμπεριφορά του Ταγίπ Ερντογάν.
Επομένως, εκείνο που θα πρέπει να αξιολογηθεί περισσότερο δεν είναι τι πράττει η Τουρκία, αλλά τι πράττουν, τι λένε και τι δεν λένε οι άλλοι, για να δούμε τελικά με ποιους θα πάμε και ποιους θα αφήσουμε και κυρίως ποιους ενδεχομένως θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε ως «εταίρους» και «συμμάχους», με βάση τις νέες πραγματικότητες στην ευρύτερη περιοχή και τη γεωγραφική θέση του νησιού μας.
Οι συμφωνίες Κύπρου και Ελλάδας με Αίγυπτο και Ισραήλ συνθέτουν ένα νέο ενθαρρυντικό σκηνικό. Μπορεί να ακολουθήσουν συνεργασίες και με άλλες γειτονικές χώρες. Αν κάποτε η Τουρκία αποφασίσει ή αναγκαστεί να εγκαταλείψει τη σουλτανική και ιμπεριαλιστική της συμπεριφορά, αν σεβαστεί το Διεθνές Δίκαιο (συμπεριλαμβανομένου και του Δικαίου της Θάλασσας), αν αποχωρήσει τα στρατεύματα και τους έποικούς της από την Κύπρο, τότε θα μπορούσε να συμπορευτεί προς τον ίδιο στόχο για την ασφάλεια και την ειρήνη προς όφελος των λαών. Οι νέες ευκαιρίες παρουσιάζονται σήμερα και αν δεν υπάρξουν σωστές αποφάσεις και μελετημένες ενέργειες, με εθνική συνεννόηση και συντονισμό των απανταχού δυνάμεων του Ελληνισμού, αύριο μπορεί να είναι αργά.
Απαιτείται λοιπόν συνεχής, σταθερή και συγκροτημένη δράση σε όλα τα πολιτικά και διπλωματικά επίπεδα. Συνάμα, θα πρέπει να αποφευχθεί η στρατιωτικοποίηση της κρίσης. Χάσαμε εδάφη, θάλασσες και αγαπημένα πρόσωπα, κλάψαμε και γίναμε πρόσφυγες όχι γιατί ήμασταν μικρή χώρα και αδύναμοι στρατιωτικά, αλλά επειδή υπήρξαν προδότες και ανίκανες ηγεσίες να διαχειριστούν τα εθνικά ζητήματα, με λογική και όραμα.
Αυτό να μην το ξεχνάμε.