H κρίσιμη αξιολόγηση και το τέλος των μνημονίων




Του Γιάννη Παπαγεωργίου

Οι πλέον υποψιασμένοι ακροατές δε στάθηκαν στην προσπάθεια αναγγελίας φοροελαφρύνσεων από πλευράς του πρωθυπουργού, στην ομιλία του στη ΔΕΘ. Βασικότερο θέμα αναφοράς τους, ήταν η έμμεση υποβάθμιση του ζητήματος του ελληνικού χρέους, το οποίο, όπως δήλωσε, σύντομα επίκειται να λάβει… «πιστοποιητικό βιωσιμότητας».

Στην παρούσα φάση, το καλύτερο «πιστοποιητικό βιωσιμότητας» για το χρέος θα αποτελέσει η επιτυχής λήξη του ευρωπαϊκού προγράμματος που αφορά τη δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας. Μία θετική έκθεση θα ανοίξει ουσιαστικά το δρόμο προς τις αγορές, από τις οποίες η ελληνική πλευρά φιλοδοξεί να αντλήσει τα 15,6 δις ευρώ (ή όσα από αυτά απαιτηθούν) τα οποία θα εκταμιεύονταν από το ΔΝΤ ως τον Μάρτιο του 2016. Τί σημαίνει πρακτικά αυτό; Έξοδο της Ελλάδας από το τρέχον μνημόνιο.

Σύμφωνα με πληροφορίες από την πλευρά των δανειστών, η Ελλάδα φέρεται αποφασισμένη να απεξαρτηθεί από τις μνημονιακές υποχρεώσεις της ακόμα κι αν δεν βρεθεί κοινός τόπος στην επικείμενη αξιολόγηση που θα ξεκινήσει κατά πάσα πιθανότητα στις 29 Σεπτεμβρίου. Στην περίπτωση αυτή, ωστόσο, η Ελλάδα θα έρθει σε ευθεία αντιπαράθεση με τους Ευρωπαίους εταίρους της και κατ’ επέκταση θα δημιουργήσει άσχημο κλίμα ενόψει της συζήτησης για το ελληνικό χρέος, όποτε κι αν αυτή ξεκινήσει.

Στο Παρίσι, η ελληνική πλευρά έθεσε σαφώς τις κόκκινες γραμμές της, σε ό,τι αφορά την περίπτωση να διακόψει το πρόγραμμα χωρίς να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση. Δήλωσε ουσιαστικά ότι δεν προτίθεται (σ.σ. αδυνατεί πολιτικά) να εκπληρώσει συγκεκριμένα μνημονιακά προαπαιτούμενα. Η πλευρά της Τρόικας δεν έδωσε καμία απολύτως απάντηση σε ό,τι αφορά τη διάθεσή της να εμφανιστεί διαλλακτική στις διαπραγματεύσεις της Αθήνας. Ωστόσο έθεσε και εκείνη μετ’ επιτάσεως συγκεκριμένα ζητήματα (π.χ. ρυθμίσεις για τα «κόκκινα δάνεια», πτωχευτικός κώδικας) τα οποία προφανώς αποτελούν τις δικές της κόκκινες γραμμές. Με τα σημερινά δεδομένα, οι πιθανότητες να συμφωνήσουν οι δύο πλευρές είναι σημαντικά περισσότερες. Η ομιλία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ άλλωστε (χαμηλοί τόνοι, υποβάθμιση της συζήτησης περί βιωσιμότητας του χρέους, περιορισμένη «παροχολογία») ήταν ενδεικτική για το εν λόγω σενάριο.

Πηγαία, βέβαια, προκύπτει το ερώτημα: Πώς θα καλύψει η Ελλάδα τις χρηματοδοτικές της ανάγκες; Φαίνεται πως η ελληνική πλευρά έχει πείσει την τρόικα ότι τα δημοσιονομικά μεγέθη δημιουργούν ήδη τα αναγκαία αποθέματα, ενώ παράλληλα καθίσταται πλέον εφικτή η έξοδος της χώρας στις αγορές. Σε κάθε περίπτωση –και σύμφωνα με όσα άλλωστε ανέφερε υψηλόβαθμο στέλεχος των Βρυξελλών- η Ελλάδα είναι εκείνη που θα ζητήσει να ενταχθεί -ή μη- σε νέα χρηματοδοτική γραμμή δανεισμού. Αν δηλαδή χρειάζεται ή όχι στήριξη, η οποία συνεπάγεται μία νέα συμφωνία με συγκεκριμένους όρους και προϋποθέσεις. Η Ευρώπη φέρεται να το επιθυμεί, καθώς θα διαθέτει ένα επιπλέον εργαλείο προκειμένου να «μην ξανακυλήσει ο Έλλην ασθενής». Ωστόσο, ένα τέτοιο ελληνικό αίτημα είναι μάλλον απίθανο επί του παρόντος, καθώς οι δανειακές ανάγκες της χώρας μέχρι και τον ερχόμενο Μάιο δεν είναι σημαντικές.

Και μέσα σε όλα υπάρχει και ο πολιτικός στόχος. Το τέλος του μνημονίου, η μη ένταξη της χώρας σε «ειδικό καθεστώς», η εκλογή προέδρου Δημοκρατίας και η διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών το 2016, υπό σαφώς βελτιωμένο οικονομικό κλίμα, αποτελεί ιδανικό σενάριο και βασικό στόχο για την παρούσα Κυβέρνηση. Απομένουν ουσιαστικά μερικές εβδομάδες για να δούμε αν θα ευδοκιμήσει.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: