Εντουαρντ Σνόουντεν: Προδότης ή ηρωας;




Βιβλιοκριτική του Αχιλλέα Παπαρσένου*

Βιβλίο: The Snowden Files, Συγγραφεας : Luke Harding, Εκδοτικός Οικος : FaberandFaber , 2014 , σελ 346

Η βόμβα που εξαπέλυσε πριν ένα χρόνο ο Εντουαρντ Σνόουντεν, με την αποκάλυψη των μαζικών ηλεκτρονικών παρακολουθήσεων στο εσωτερικό και εξωτερικό από τη μυστική αμερικανική Υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας (NSA) προκάλεσαν σοκ και δέος σ’όλο τον κόσμο.

Τα ηλεκτρονικά δίχτυα που έχουν απλώσει διάφορες χώρες είναι λίγο πολύ γνωστά , αλλά η έκταση των μυστικών προγραμμάτων της NSA προξένησε μία διπλωματική καταιγίδα, όταν έγινε γνωστό ότι μεταξύ των στόχων της περιλαμβάνονταν ακόμη και τα προσωπικά τηλέφωνα συμμάχων και φίλων, όπως της καγκελαρίου της Γερμανίας και των Προέδρων της Βραζιλίας και Μεξικού, φέρνοντας έτσι σε εξαιρετικά δύσκολη θέση την κυβέρνηση Ομπάμα για δεύτερη φορά σε τρία χρόνια , μετά τη διαρροή απορρήτων διπλωματικών εγγράφων στο Wikileaksαπό τον στρατιώτη Μπράντλει Μάνινγκ το 2010.

Το βιβλίο του διπλωματικού συντάκτη της Guardian Λουκ Χάρντινγκ για τη ζωή του 30 χρονου Σνόουντεν διαβάζεται απνευστί σαν ένα θρίλερ κατασκοπείας. Ο συγγραφέας βασίζεται στις μαρτυρίες των συναδέλφων του, αφού ο ίδιος δεν συνάντησε τον «πλέον καταζητούμενο άνθρωπο στον κόσμο». Γεννημένος το 1983, ο αυτοδίδακτος Σνόουντεν γίνεται διάνοια στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Αφού εργάζεται πρώτα ως διαχειριστής πληροφοριακών συστημάτων στη CIA , προσλαμβάνεται αργότερα ως συμβασιούχος σε ιδιωτικές εταιρείες , που στο βωμό του outsourcingαναλαμβάνουν τον σχεδιασμό της κυβερνοάμυνας της NSAμε πρόσβαση σε άκρως απόρρητα αρχεία της μυστικής υπηρεσίας. Από το τελευταίο πόστο του στη Χαβάη διαφεύγει τον Μάιο 2013, στο Χονγκ Κόνγκ, όπου διαρρέει τα μυστικά της NSA στην Guardian. Οταν η βρετανική εφημερίδα παρά τις πιέσεις της αμερικανικής κυβέρνησης αποκαλύπτει στις αρχές Ιουνίου τα μυστικά προγράμματα της NSA( και αργότερα , παρά τις απειλές της βρετανικής κυβέρνησης, παρόμοια προγράμματα της βρετανικής GCHQ) ξεσπά μία θύελλα, ο Σνόουντεν κατηγορείται για κατασκοπεία, ζητείται η απέλαση του στις ΗΠΑ ,αλλά «δραπετεύει» από το Χονγκ Κόνγκ σε μία ανεπιτυχή αναζήτηση πολιτικού ασύλου, για να καταλήξει στη Ρωσία, φιλοξενούμενος ή δέσμιος μιάς χώρας με το δικό της εκτεταμένο δίκτυo παρακολουθήσεων, ένα πιόνι στη διεθνή σκακιέρα των μυστικών υπηρεσιών και της διπλωματίας.

Η υπόθεση Σνόουντεν όμως ξανάνοιξε το δημόσιο διάλογο για την ισορροπία μεταξύ προστασίας της εθνικής ασφάλειας και προάσπισης των συνταγματικών ελευθεριών και του δικαιώματος στην ιδιωτικότητα , για την χρήση της υπερσύγχρονης τεχνολογίας ως ενός αόρατου «οργουελιανού μεγάλου αδελφού», που στο όνομα του ‘πολέμου κατά της τρομοκρατίας’ παρακολουθεί τα πάντα και τους πάντες, φίλους και εχθρούς , υπόπτους και αθώους. Επανέφερε επίσης στην επιφάνεια τη συζήτηση για το αν η διαρροή κρατικών μυστικών για παράνομες δραστηριότητες συνιστά εθνική προδοσία ή αν αποκάλυψη της αλήθειας αποτελεί μία πράξη πατριωτισμού στην υπηρεσία της δημοκρατίας. Tέλος αναδεικνύει τις σχέσεις των δημοσιογράφων με τις πηγές τους και με την εξουσία. Εδώ ένας άλλος ήρωας του βιβλίου είναι ο διευθυντής της GuardianΑλαν Ρασμπρίντζερ, που δημοσίευσε τα καυτά έγγραφα αγνοώντας πιέσεις και απειλές και αργότερα συναίνεσε στην καταστροφή των σκληρών δίσκων με τα αρχεία Σνόουντεν, αφου προηγουμένως τα είχε φυγαδεύσει στην ασφαλή φύλαξη των NewYorkTimes . Αντίθετα είναι δυσδιάκριτος ο ρόλος της WashingtonPost ,που μαζί με την Guardianτιμήθηκε φέτος με το κορυφαίο δημοσιογραφικό γραφείο Πούλιτζερ για τις ίδιες αποκαλύψεις, όπως υποβαθμίζεται γενικότερα και η γενναιότητα του αμερικανικού τύπου, που τα τελευταία 40 χρόνια αποκάλυψε τα «Εγγραφα του Πενταγώνου» και το σκάνδάλο Γουοτεργκέιτ.

Το ερώτημα που πλανάται στο βιβλίο είναι γιατί ο Σνόουντεν πυροδότησε την έκρηξη των αποκαλύψεων , όταν αντιμετώπιζε πιθανώς ισόβια κάθειρξη, αν υπολογίσει κανείς ότι ο Μάνινγκ για τη διαρροή λιγότερο ευαίσθητων εγγράφων καταδικάσθηκε σε φυλάκιση 35 ετών. Οπως υποστηρίζει ο συγγραφέας, ο Σνόουντεν δεν ήταν ένας ακτιβιστής της αριστεράς, ούτε πράκτορας ξένης δύναμης. Ηταν ένας libertarian, που ρίσκαρε ακόμη και τη ζωή του όχι γιά το χρήμα, αλλά από προσήλωση στο σύνταγμα της χώρας του, που ανέμενε από τις μυστικές υπηρεσίες της χώρας του να δρουν σύννομα και να μην ψεύδονται στο Κογκρέσο. Τον τρόμαζε η κυβερνητική εισβολή στην καθημερινή ζωή των πολιτών, βλέποντας το «βαθύ κράτος», χωρίς να λογοδοτεί πουθενά, να απλώνει τα πλοκάμια του ανεξέλεγκτα σε όλο τον κόσμο, συλλέγοντας καθημερινά δισεκατομμύρια προσωπικά δεδομένα από ηλεκτρονικές διευθύνσεις και τηλεφωνικές συνδιαλέξεις, πολλές φορές με τη συγκατάθεση εταιρειών τηλεπικοινωνιών και του διαδικτύου καθώς και συμμαχικών κυβερνήσεων.

Κανείς δεν γνωρίζει τι άλλο θα ξεφύγει από τον ασκό του Αιόλου που άνοιξε ο Σνόουντεν, καθώς θεωρητικά είχε πρόσβαση σε 1.7 εκ έγγραφα. Πάντως τον συγγραφέα διακατέχει σκεπτικισμός αν οι νομοθετικές πρωτοβουλίες στην Ευρώπη και Αμερική για νομικό έλεγχο καταχρηστικών πρακτικών και «κυβερνοκυριαρχία» , θα φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.

*Ο Αχιλλέας Παπαρσένος υπηρέτησε στην ελληνική πρεσβεία της Ουάσιγκτον ως προιστάμενος του γραφείου τύπου και επικοινωνίας. Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Καθημερινή, www.kathimerini.gr

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: