Η ώρα της αλήθειας για Μέρκελ και Στάινμπρουκ




Του ΝΙΚΟΥ ΜΕΛΕΤΗ 

Πριν από τις γερμανικές  εκλογές, γνωρίζουμε ήδη τον νικητή: την Ανγκελα Μερκελ. Αυτό όμως που θα μάθουμε το βράδυ της επόμενης Κυριακής είναι εάν η κ. Μερκελ θα είναι και Καγκελάριος και με ποια κυβέρνηση, καθώς οι δημοσκοπήσεις μετα το δυνατό φίνις του αντιπάλου της Πεερ Σταινμπρουκ, δεν αποκλείουν πια τον «μεγάλο συνασπισμό».

Αν και οι γερμανικές εκλογές με την εξαίρεση της αντιπαράθεσης για την Ελλάδα, ήταν σχεδόν αθόρυβες, έχουν οδηγήσει σε  στασιμότητα το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα καθώς όλοι περιμένουν το αποτέλεσμα τους για να δρομολογηθούν σημαντικές αποφάσεις που εκκρεμούν για το μέλλον της Ευρώπης και της Ευρωζώνης.

Η αναμέτρηση όμως έχει έντονο «ευρωπαϊκό» άρωμα, καθώς αναμετρώνται ουσιαστικά δυο διαφορετικές αντιλήψεις για την φυσιογνωμία της Ευρώπης αλλά κυρίως για τον τρόπο αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης.

Ο υποψήφιος του SPD Πεερ Στάινμπρουκ τόλμησε την τελευταία αυτή εβδομάδα να μιλήσει καθαρά στους γερμανούς ψηφοφόρους τονίζοντας την ανάγκη να σταθεί η Γερμανία στο πλευρό των υπερχρεωμένων κρατών και να επικρίνει την κ. Μερκελ ότι με την πολιτική των «περικοπών», αποκρυπτόταν η αλήθεια προσπαθώντας να πείσει τους ψηφοφόρους ότι δεν θα χρειασθεί να πληρώσει η Γερμανία για τις ασθενέστερες χώρες της Ευρωζώνης. Για να εξηγήσει μάλιστα ο κ. Σταινμπρουκ τι θα σήμαινε για την Γερμανία η λιτότητα που απαιτεί από την Ελλάδα η κ.Μερκελ  υπολόγισε ότι θα χρειάζονταν περικοπές ύψους 170 δις ευρώ. Και κάλεσε τους ψηφοφόρους να αναλογιστούν τι θα σήμαινε για την Γερμανία μια τέτοια πολιτική.

Ο κ. Σταινμπρουκ  αρκετές φορές έχει μιλήσει για την ανάγκη δραστικής  αντιμετώπισης της κρίσης  με την προώθηση αναπτυξιακών πολιτικών και την διαμόρφωση ενός σχεδίου για την γενναία στήριξη της Ελλάδας και των άλλων υπερχρεωμένων χωρών της Ευρωζώνης, σε συνδυασμό βεβαίως με τις μεταρρυθμίσεις. Μιλώντας μάλιστα την Τετάρτη στο Μουνχεγκλαντμπαχ ο υποψήφιος του SPD προειδοποίησε ότι κανείς δεν μπορεί να κοιμάται ήσυχος καθώς οι «πολιτικές λιτότητας στην Νότια Ευρώπη μετατρέπουν τις χώρες αυτές σε κοινωνική πυριτιδαποθήκη»…

Η προοπτική του μεγάλου συνασπισμού  Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών, φαντάζει αυτή την στιγμή ως η πιο θετική εκδοχή για την Ευρωζώνη και για την Ελλάδα, καθώς μια ισχυρή κυβέρνηση στο Βερολίνο θα εφαρμόσει μια ατζέντα η οποία δεν θα είναι με τόση θρησκευτική προσήλωση προσανατολισμένη στην λιτότητα και στην δημοσιονομική προσαρμογή, αλλά θα αφήνει ανοικτό το παράθυρο για αναπτυξιακές πολιτικές, που θα επιτρέψουν στις χώρες του Νότου να ανασάνουν.

Η πολύ πιθανή νίκη της κ. Μερκελ στις εκλογές δεν αρκεί φυσικά για να της εξασφαλίσει την συνέχιση της συνεργασίας της με τους Φιλελεύθερους, όπως η ίδια θα επιθυμούσε και θα οδηγούσε σε συνέχιση της πολιτικής της προηγούμενης θητείας της. Παρά το γεγονός ότι στις τελευταίες δημοσκοπήσεις το SPD και ο υποψήφιος του Πεερ Στάινμπρουκ έχουν αρχίσει να ανακάμπτουν, το γεγονός ότι ένας στους δυο γερμανούς ψηφοφόρους δηλώνει αναποφάσιστος δεν επιτρέπουν την εξαγωγή  ασφαλών συμπερασμάτων, καθώς πολλά θα εξαρτηθούν από το ποσοστό που θα συγκεντρώσουν οι Φιλελεύθεροι του FDP αλλά και οι Πράσινοι.

Το Der Spiegel σε μια συνοπτική παρουσίαση όλων των δημοσκοπήσεων του διημέρου 10-12 Σεπτεμβρίου έδωσε 40% στο CDU/CSU, 26% στο SPD, 11% στους Πράσινους, 8% στο Die Linke, 6% στο FDP και 9% στους «Άλλους» στους οποίους περιλαμβάνεται και το δεξιό αντιευρωπαϊκό κόμμα «Εναλλακτική για την Γερμανία».

Όπως αναλυτικά μεταδόθηκε από την Deutsche Welle εάν αποτυπωθούν και στην κάλπη αυτοί οι συσχετισμοί τότε δεν θα υπάρχει άλλη επιλογή από τον μεγάλο  συνασπισμό μεταξύ των χριστιανοδημοκρατών και των σοσιαλδημοκρατών. Με βάση τις δημοσκοπήσεις θα ήταν δυνατή μια κεντροαριστερή κυβέρνηση αλλά οι σοσιαλδημοκράτες έχουν αποκλείσει την συνεργασία με την Αριστερά..

Έτσι ακόμη και όταν κλείσουν οι κάλπες η «αριθμητική» των ποσοστών των μικρότερων κομμάτων είναι αυτή που θα καθορίσει την κυβέρνηση που θα έχει για τα επόμενα τέσσερα χρόνια η Γερμανία.

Η Ανγκελα Μερκελ δεν εξέπληξε στην προεκλογική περίοδο και ο στόχος της ήταν μάλλον αυτός, να διαχειριστεί μια αδιάφορη καμπάνια και να διαβεβαιώσει τους γερμανούς ψηφοφόρους, ότι εάν την εμπιστευτούν ξανά, δεν θα αλλάξει τίποτα. Οι εκλογές αυτές στην Γερμανία πραγματοποιούνται μέσα στο πολύ ρευστό τοπίο που διαμορφώνουν απειλές ασφαλείας, περιφερειακές συγκρούσεις και κυρίως η οικονομική κρίση στην Ευρωζώνη και οι γερμανοί ψηφοφόροι, βλέπουν την «μητερούλα» χωρίς φανφαρονισμούς και εντυπωσιακές κινήσεις να κρατά την Γερμανία εκτός κρίσης και σε τροχιά ανάπτυξης.

Ανήσυχη η γερμανική κοινή γνώμη για τα όσα συμβαίνουν στην Ευρωζώνη, δεν έχει καθόλου αφομοιώσει τις ιδέες περί αλληλεγγύης προς τους λαούς του Νότου ειδικά όταν η συζήτηση αυτή φθάνει στο επίμαχο σημείο της πρόσθετης βοήθειας δισεκατομμυρίων ευρώ, τα οποία θα βάρυναν τον γερμανό φορολογούμενο.

Εξάλλου το γεγονός ότι η Ελλάδα αποτέλεσε κεντρικό ζήτημα στην προεκλογική σύγκρουση Μερκελ-Σταινμπρουκ αποτυπώνει ακριβώς αυτή την αγωνία  των γερμανών πολιτών.

Η κ. Μερκελ καθυστέρησε σημαντικά να αντιληφθεί την έκταση και το βάθος της κρίσης χρέους που ξέσπασε στην Ευρωζώνη. Το ίδιο καθυστερημένη ήταν η συνειδητοποίηση ότι αυτή η κρίση έπρεπε να αντιμετωπισθεί συλλογικά και αποτελεσματικά και τελικά ο συναγερμός στο Βερολίνο κτύπησε όταν η κρίση απειλούσε με κατάρρευση την Ευρωζώνη με καταστροφικές συνέπειες για την  γερμανική οικονομία, αυξανοιτνας όμως δραματικα το κοστος της ευρωπαικης παρεμβασης.

Με πολλούς δισταγμούς, πειραματισμούς και επιβάλλοντας ένα μοντέλο σκληρής δημοσιονομικής προσαρμογής που την έκανε σχεδόν μισητό πρόσωπο στη Νότιο Ευρώπη, η κ. Μερκελ κατόρθωσε πάντως να αποτρέψει τη διάλυση της Ευρωζώνης.

Το επόμενο στάδιο όμως που είναι ίσως και το πιο σημαντικό είναι να αποδείξει εφόσον εκλεγεί, ότι έχει το σχέδιο και τις δυνάμεις να οδηγήσει την Ευρωζώνη στην ανάκαμψη και την ευρωπαϊκή οικονομία σε σίγουρο λιμάνι.

Το Σχέδιο της δεν θα είναι πολύ διαφορετικό από αυτό που έχουμε δει μέχρι σήμερα.

Η κ. Μερκελ πιστεύει στην Ευρώπη. Αυτό δεν συμβαίνει επειδή έχει όραμα για την Ευρώπη, αλλά όπως η ίδια εξήγησε την Πέμπτη σε προεκλογική ομιλία της στην πόλη Κόμπλεντς «η Ευρώπη είναι σημαντική για την Γερμανία γιατί αν και πρόκειται για μεγάλη χώρα, ο πληθυσμός της είναι μόλις το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού  και αυτό δεν είναι αρκετό για να έχεις λόγο διεθνώς». Ήταν μια αναφορά που θύμισε την ρήση του Χένρι Κισινγκερ για την Γερμανία: «πολύ μεγάλη για την Ευρώπη, πολύ μικρή για τον κόσμο».

Η γερμανίδα Καγκελάριος  έχει πείσει πλέον ότι το Ευρώ είναι αναγκαιο για την Γερμανία για να εξασφαλίσει «θέσεις εργασίας και ευημερία», αλλά είναι το ίδιο προσηλωμένη στην αντίληψη (που έχουμε δοκιμάσει στην Ελλάδα) ότι η «αλληλεγγύη της Γερμανίας, της μεγαλύτερης οικονομίας στης Ευρώπης, είναι πάντα συνδεδεμένη με όρους ώστε οι αποδέκτες της βοήθειας να μπορούν να βοηθήσουν τους εαυτούς τους». Στην ίδια προεκλογική ομιλία της η κ. Μερκελ υπεραμύνθηκε των επιλογών αυτών, τονίζοντας ότι πριν μια δεκαετία «η Γερμανία ήταν ο ασθενής της Ευρώπης και η χώρα ξαναβρήκε την υγεία της μόνο με την υλοποίηση μεγάλων μεταρρυθμίσεων» (σ.σ. τις οποίες ξεκίνησε ο Γ. Σρεντερ με τεράστιο πολιτικό κόστος).

Ο Πεερ Σταινμπρουκ από την φιλελεύθερη πτέρυγα της σοσιαλδημοκρατίας έχει αφήσει πίσω του την εποχή που ήταν ο αγαπημένος υπουργός Οικονομίας της κ. Μερκελ στην περίοδο του μεγάλου συνασπισμού μέχρι το 2009.

Έχοντας κάνει ένα κακό ξεκίνημα στην προεκλογική εκστρατεία ο υποψήφιος του SPD, παρά τα επικοινωνιακά χαρίσματα του, είχε να αντιμετωπίσει έναν πολύ δύσκολο αντίπαλο, καθώς η κ. Μερκελ πούλαγε στους ψηφοφόρους τον «εαυτό» της, την εμπιστοσύνη, την σιγουριά, την αποφυγή περιπετειών.

Ο κ. Σταινμπρουκ γνωρίζει ότι ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων που μένουν σπίτι τους την ημέρα των εκλογών είναι ψηφοφόροι του SPD. Αυτούς προσπαθεί απεγνωσμένα να ξυπνήσει ο κ. Σταινμπρουκ, να τους ερεθίσει τα αντανακλαστικά ώστε να προσέλθουν στην κάλπη. Η αρκετά αριστερή ατζέντα του, με προτάσεις για αύξηση της φορολογίας για τους πλουσίους, με νέο φόρο εισοδήματος και με αύξηση του κατωτάτου μισθού, δεν φαίνεται μέχρι στιγμής  να συγκινεί ιδιαίτερα.

Ο κ. Σταινμπρουκ  εξέπληξε πολλούς με την επιλογή του να επιτρέψει την δημοσίευση της γνωστής πια φωτογραφίας με το αριστερό χέρι του να κάνει την γνωστή χειρονομία με την προβολή του μεσαίου δάκτυλου, όταν του ζητήθηκε να σχολιάσει χωρίς λόγια την κριτική που δέχεται ότι είναι «γκαφατζής»,

Πολλοί έκαναν λόγο για μεγάλο λάθος, καθώς αυτή η εικόνα δεν αρμόζει σε μελλοντικό Καγκελάριο. Ίσως ο ίδιος πιστεύει ότι το μέσο είναι το μήνυμα και ότι επιτέλους έστω και με το δάκτυλο τεντωμένο στην απρεπή αυτή χειρονομία, θα ξυπνήσει από τον λήθαργο την εκλογική βάση του κόμματος του και ότι το μήνυμα του θα φθάσει πιο εύκολα στους νέους. Ήταν ένα παράτολμο εγχείρημα η αποτελεσματικότητα του οποίου θα αποδειχθεί σε επτά βράδια…

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: