Συντηρητισμός με ακροδεξιό πρόσημο και ξενοφοβία: «Επικίνδυνο» το σκηνικό στη Γερμανία




Γράφει ο Κώστας Γουλιάμος

Ενίσχυση του συντηρητισμού και μάλιστα με ακροδεξιό πρόσημο ανέδειξαν οι εκλογές στην Γερμανία. Ειδικότερα θεωρώ πως η είσοδος της ακροδεξιάς, μέσω του κόμματος AfD, θα αναγκάσει τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) της κας. Merkel και τους Βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές (CSU) να διαμορφώσουν – μαζί με όποιους σχηματίσουν μετεκλογική κυβερνητική συμμαχία – ένα πρόγραμμα στο οποίο θα κυριαρχήσει, με μεγαλύτερη ένταση, αφενός η ξενοφοβία αφετέρου η αποδόμηση του κοινωνικού κράτους και του καθεστώτος των εργασιακών σχέσεων.

‘Αλλωστε δεν μπορεί να διαφεύγει της προσοχής μας ότι το ακροδεξιό κόμμα AfD απέσπασε ένα (1) εκατομμύριο ψηφοφόρους από τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU), ενώ περίπου 1,5 εκατομμύριο ψηφοφόροι της AfD ήταν πολίτες που δεν συμμετείχαν στην προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η κα. Merkel – εκτρέφοντας όλα αυτά τα χρόνια, μαζί με τους σοσιαλδημοκράτες, μια αντικοινωνική Ευρώπη και, συνάμα, τον πυρήνα ενός νεοφιλελεύθερου φονταμενταλισμού -, αναγκάζεται πλέον να περάσει ταπεινωτικά κάτω από τα Καυδιανά Δίκρανα.

Το κόμμα της έχει σημαντικές αριθμητικές απώλειες και μείωση της τάξης του 8%, γεγονός που θα κομίσει «νέα» πολιτικά παράγωγα στον τρόπο που θα πολιτευθεί στο εσωτερικό, στην Ευρώπη αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Επιπλέον, τα επιτελεία των Merkel και Schulz αποδείχθηκε εν τοις πράγμασι πως δεν έλαβαν σοβαρά υπόψη ή/και δεν ερμήνευσαν αποτελεσματικά τον παράγοντα 36% των συνταξιούχων ψηφοφόρων. Ιδιαίτερα ο κ. Schulz δεν μπόρεσε να κάνει ευδιάκριτες τις διαφορές του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) απέναντι στους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) και έτσι πλήρωσε τη συγκατοίκηση στην κυβέρνηση.

Τελικά ο «ιστορικός συμβιβασμός» – όπως συνέβη και στο παρελθόν σε άλλες χώρες – οδήγησε στη συντριβή. Δίχως άλλο, η κυβερνητική συγκατοίκηση διαδραμάτισε έναν ακόμα ρόλο στη θεαματική εκλογική πτώση των δύο κυριάρχων της γερμανικής πολιτικής σκηνής.

Ακόμα και οι Βαυαροί Χριστιανοκοινωνιστές (CSU) κατέγραψαν το δεύτερο χειρότερο αποτέλεσμα της ιστορίας τους (38%). Σε κάθε περίπτωση, η κατά πάσα πιθανότητα είσοδος και πάλι των φιλελευθέρων στον νέο κυβερνητικό συνασπισμό, θα δώσει το έναυσμα στην κα. Merkel να σχεδιάσει και να προχωρήσει – μαζί με τον κ. Macron – στην αναδιάταξη της ευρωζώνης. Αναδιάταξη, όμως, που πρωτίστως θα ενισχύει τον γερμανικό έλεγχο στο νόμισμα και τη δημοσιονομική πειθαρχία, μέσα από σκληρούς κανόνες και πρακτικής του Βερολίνου με στόχο την πολιτική και οικονομική του αναβάθμιση σ` ένα εύθραυστο γεωπολιτικό περιβάλλον. Τούτου δοθέντος, δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν πως ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός θα εκκολάψει τη σύσταση ενός σκληρού ευρωπαϊκού πυρήνα με ζώνες χωρών πολλών ταχυτήτων, που θα υλοποιούν επιλεκτικά τις κοινές πολιτικές.

Σε κάθε περίπτωση, η Γερμανία δεν είναι μόνο αυτό που φαίνεται, ήτοι η τέταρτη ισχυρότερη οικονομία στον κόσμο, με το μεγαλύτερο εμπορικό πλεόνασμα και με δυσθεώρητα έσοδα από τη βαριά λαϊκή φορολογία. Σημαντικό μέρος του «θαύματος» της Γερμανίας είναι και τας παράγωγα της παθογένειας που έχει αφήσει, και εξακολουθητικά αφήνει πίσω της, η άνιση ανάπτυξη για ένα μεγάλο μέρος του γερμανικού λαού. Αναφέρομαι ειδικά στις λεγόμενες «άτυπες μορφές» μερικής απασχόλησης. Σύμφωνα με τα περσινά στοιχεία του Ινστιτούτου Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών – WSI, ανέρχονται σε 16,5 εκατ., με άλλα λόγια σχεδόν οι μισοί εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα. Παράλληλα, συναντώνται όλο και πιο συχνά οι «φτωχοί εργαζόμενοι» όπου το 9,7% των εργαζομένων – σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat – απειλούνται από τη φτώχεια. Συνολικά οι εργαζόμενοι με μισθό φτώχειας στη Γερμανία είναι περίπου 7,5 εκατομμύρια.

Σε αυτά τα ζητήματα αν προστεθεί και το προσφυγικό, τότε αντιλαμβάνεται κανείς πως το νέο κυβερνητικό σχήμα θα επαναλάβει με ένταση και πιο σκληρά το «παιχνίδι» των προσφύγων, ανάλογα βέβαια με τις ανάγκες των γερμανικών επιχειρηματικών ομίλων για εργατικό δυναμικό. Εκτιμώ πάντως πως αυτή η κατάσταση όχι μόνο θα διατηρηθεί αλλά και θα επιδεινωθεί. Εν πάση περιπτώσει, προκειμένου το κυβερνητικό σχήμα να επιβιώσει σε μια περίοδο εύθραυστων ισορροπιών για την Ευρώπη και τα συμφέροντα της Γερμανίας, δεν αποκλείεται να υπάρξει στήριξη και των πάλαι ποτέ ριζοσπαστών και νυν συντηρητικών Πράσινων με αντίτιμο λίγες υπουργικές θέσεις.

*Ο Κώστας Γουλιάμος είναι Καθηγητής, Πρύτανης Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου.

 

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: