Η πιο σημαντική διαφοροποίηση στην πολιτική μετά την εισβολή είναι η ενίσχυση του ρόλου της Ελλάδας




Του Στράτου Παναγίδη

Για να γίνει αποδεκτή η πολιτική του ενδιάμεσου χώρου δεν είναι αρκετό αυτός να απορρίπτει τη μια ή την άλλη λύση που προωθεί το ΔΗΣΑΚΕΛ. Πρέπει να διατυπώσει εναλλακτική πρόταση διεκδίκησης και επίτευξης της διαφορετικής λύσης που προτείνει. Και η πρόταση αυτή δεν μπορεί να εξαντλείται σε ευχολόγια, ούτε να θυμίζει μαθητική έκθεση ιδεών.

Οφείλει να είναι συγκεκριμένη, να βλέπει σε βάθος χρόνου και να έχει εφικτά μέσα υλοποίησης. Η Αυτόνομη Πλατφόρμα θεωρεί ότι η πιο σημαντική διαφοροποίηση στην πολιτική που ακολουθούμε μετά την εισβολή είναι η ενίσχυση του ρόλου της Ελλάδας. Αυτός ο ρόλος ήρθε ο καιρός να επανατοποθετηθεί σε μια διαφορετική βάση. Από την εποχή που ήρθαν οι Αχαιοί στην Κύπρο, οι σχέσεις Κύπρου – Ελλάδας διακρίνονται από όλων των ειδών πολιτικές συμπεριφορές: Προδοσίες, άλλοτε από την Κύπρο και άλλοτε από την Ελλάδα, περίοδοι αδιαφορίας αλλά και αναλαμπές θετικής σχέσης με ευεργετικά για το νησί αποτελέσματα.

Υπάρχουν ακόμη και περιπτώσεις όπου η Κύπρος ωφελήθηκε από την αποφασιστική στάση της μίας από τις δύο χώρες, έστω και αν η άλλη δεν συμμεριζόταν αυτή τη στάση. Η επιμονή του Νίκου Κοτζιά στο θέμα των εγγυήσεων και των στρατευμάτων αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα. Γιατί δεν νομίζω να αμφιβάλλει κανείς ότι, αν ο Κοτζιάς υποχωρούσε, ο Νίκος Αναστασιάδης θα ολοκλήρωνε τη συμφωνία.

Ο Κοτζιάς, βέβαια, τήρησε αυτή τη στάση για πολλούς λόγους: Απόφευγε κάτι που άγγιζε τα όρια του πολιτικού παραλογισμού, είχε τη στήριξη των κομμάτων του ενδιάμεσου χώρου, εξέφραζε την πλειοψηφία της κοινής γνώμης στην Κύπρο. Προστάτευε, ακόμη, την υστεροφημία τόσο του ιδίου όσο και του κόμματός του, αφού τυχόν αποδοχή εγγυήσεων και στρατευμάτων θα άφηνε ένα αρνητικό στίγμα που όμοιό του θα ήταν μόνον οι συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, συμφωνίες που θα κατατρύχουν για πάντα τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.

Η θετική προσέγγιση Κοτζιά δεν είναι η μόνη που είχαμε πρόσφατα από την Ελλάδα. Είχε προηγηθεί η πρώτη επίσημη κομματική απόρριψη της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας που είχαμε ποτέ στην Ελλάδα, αυτή του ΚΚΕ. Ήταν, πραγματικά, μια ευχάριστη εξέλιξη ένα ελλαδικό κόμμα, επιτέλους, να αναλύει σε βάθος τις πτυχές της λύσης και να καταδεικνύει ότι η μορφή της ΔΔΟ εξυπηρετεί τον έλεγχο της Κύπρου από την Τουρκία. Θετικά μηνύματα έρχονται και από ενεργούς πολίτες της Ελλάδας: Η «Ομάδα των 10» είχε αποφασιστική παρέμβαση με τη δημόσια παρέμβασή της για τη νομιμότητα της πενταμερούς και των όσων συζητούνταν στο Κραν Μοντανά. Ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν και πάλι παρών, όπως και πριν στο Σχέδιο Ανάν, διατυπώνοντας την αντίθεσή του στην προωθούμενη λύση του Κραν Μοντανά.

Όλα αυτά, βέβαια, δεν αποτελούν παρά την εξαίρεση στον κανόνα της απάθειας που επικρατεί στην αθηναϊκή Πολιτεία για το Κυπριακό. Ένας κανόνας που θέλει το πρόβλημα να αποτελεί πονοκέφαλο από τον οποίο η Αθήνα πρέπει να απαλλαγεί. Τον εγκαινίασε ο Καραμανλής με την αρνητική του στάση στη συνομολόγηση των συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου. Δυστυχώς, 60 σχεδόν χρόνια μετά, ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ συναγωνίζονται ποιος θα εκτοπίσει περισσότερο την Ελλάδα.

Αυτός ο κανόνας απάθειας και αποχής πρέπει να αλλάξει. Πρέπει να γίνει προσπάθεια οικοδόμησης μιας νέας σχέσης Κύπρου – Ελλάδας. Όπως λειτουργούν τώρα τα δύο κράτη, αποτελούν εύκολη λεία για τις τουρκικές επιδιώξεις. Η Κύπρος οδεύει προς τουρκική κηδεμόνευση, ενώ είναι ζήτημα χρόνου η Τουρκία να κάνει την κίνηση σε κάποια νησιά. Οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι παρακολουθούν αυτή τη διαρκή παραλυσία στη σχέση Κύπρου – Ελλάδας και δεν υπολογίζουν τις δύο χώρες.

Μια εφ’ όλης της ύλης συνεργασία της μικρής Ελλάδας με την πολύ μικρή Κύπρο, όμως, θα δώσει συνέργειες και θα δημιουργήσει ένα υπολογίσιμο, αντίπαλο δέος προς τους τουρκικούς σχεδιασμούς. Σε μια τέτοια σχέση η Κύπρος, θα είναι πολιτικά πιο θωρακισμένη και διπλωματικά πιο ενισχυμένη. Το ίδιο και η Ελλάδα. Ο Γεράσιμος Αρσένης είχε συλλάβει αυτή τη διάσταση και πρωτοστάτησε στην υλοποίηση ενός από τους πυλώνες της νέας σχέσης, του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος.

Δυστυχώς, ενώ αρχικά ο Γλαύκος Κληρίδης το είχε αποδεχτεί, γρήγορα το εγκατέλειψε, χέρι με χέρι με τον Κώστα Σημίτη. Στα πλαίσια μιας πολιτικής εξευρωπαϊσμού και κατευνασμού της Τουρκίας, που κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Ο Ερντογάν φρόντισε να το διαλαλήσει και για τους πλέον δύσπιστους.

Όλα αυτά καλείται να τα προωθήσει ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Αυτός είναι που θα πρέπει να σηκώσει το βάρος της πιο σημαντικής αλλαγής σκηνικού μετά το ’74. Ακόμη και αν δεν πετύχει, στα 5 χρόνια της θητείας του, να πείσει την αθηναϊκή Πολιτεία, θα έχει βάλει τα θεμέλια. Και αν αυτά είναι γερά, οι πολίτες θα τον εμπιστευτούν για να συνεχίσει την προσπάθεια.

  • Μέλος της Συντονιστικής Γραμματείας Αυτόνομης Πλατφόρμας Πολιτών.

ΓΙΑ ΓΝΩΜΕΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΙΣ APOPSEIS.COM

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: