Η κρίση στα Βαλκάνια παραμένει “πληγή”: Η Δύση δεν μπορεί πλέον να παρακολουθεί αμέτοχη




Κατά τους έξι πρώτους μήνες της θητείας του Αμερικανού Προέδρου, Ντόναλντ Τράμπ, πέντε είναι οι βασικές προκλήσεις που βρίσκονται στο επίκεντρο της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ σε διεθνές και εθνικό επίπεδο.

Ο επεκτατικός οικονομικός και στρατιωτικός ρόλος της Κίνας, οι τεταμένες σχέσεις της Ρωσίας με τη Μ. Ανατολή και την Ευρώπη, οι συνεχιζόμενοι πόλεμοι στη Συρία και το Αφγανιστάν, οι προερχόμενες από τη Β. Κορέα και τη Βενεζουέλα απειλές και το μέλλον της Ευρώπης, εν μέσω της αυξανόμενης δημοτικότητας των λαϊκών κομμάτων σε Μ. Βρετανία και Γαλλία.

Σε αυτό το πλαίσιο είναι εύκολο να λησμονήσει κανείς ότι η παγκόσμια προσοχή μέχρι πρόσφατα ήταν στραμμένη στα Βαλκάνια, καθώς ο πόλεμος εντεινόταν στο κατώφλι της Ευρώπης και πολλοί ανησυχούσαν μήπως αυτή η αστάθεια οδηγούσε σε ευρύτερη σύρραξη.

Σήμερα, οι διαμάχες που οδήγησαν στη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας αποτελούν πλέον ανάμνηση του παρελθόντος. Ωστόσο, πολλά από τα προβλήματα που υπέβοσκαν και αποτελούσαν μάστιγα για τις βαλκανικές χώρες παραμένουν άλυτα. Οι «Συμφωνίες του Dayton που έθεταν τέρμα στην αιματηρότερη διαμάχη στην Ευρώπη από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και αποκατέστησαν την ειρήνη είχαν ως αποτέλεσμα ένα αποτυχημένο παράδειγμα αυτοδιακυβέρνησης.

Η Σερβία και το Κόσοβο δεν έχουν ακόμη συμφιλιωθεί – απαραίτητη προϋπόθεση στην επίτευξη του στόχου τους για ένταξη στην Ε.Ε.- ενώ παραμένουν οι εσωτερικές προκλήσεις σε ΠΓΔΜ και Κροατία. Αναμφισβήτητα, γεωπολιτικά θέματα και εθνικές εντάσεις έρχονται εκ νέου στη επιφάνεια και το καίριο ερώτημα που τίθεται είναι εάν οι ηγέτες της Δύσης το αντιλαμβάνονται και προτίθενται να αναλάβουν πρωτοβουλίες.

Πρόθυμοι για οικονομική βοήθεια

Τα καλά νέα είναι ότι υπάρχει περιθώριο για πρόοδο και σε αυτήν την περίπτωση ξεκινά από την οικονομία. Τα δυτικά Βαλκάνια χρειάζονται οικονομική στήριξη και προς αυτήν την κατεύθυνση η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να προσφέρει ποσό ύψους 48 εκατ. ευρώ, χρηματοδοτώντας οικονομικά προγράμματα του ιδιωτικού τομέα, ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο την ανάπτυξη μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και προωθώντας την οικονομική συνεργασία σε περιφερειακό επίπεδο.

Στόχος αυτών των προσπαθειών είναι η καθιέρωση ενός πλαισίου συνεργασίας μακριά από πολιτικές «επαίτη» ανάμεσα στις γειτονικές χώρες που ανταγωνίζονται για τα «αποφάγια» της Ε.Ε. Παράλληλα, υπάρχουν περιπτώσεις επιχειρηματιών που δεν έχουν επιτρέψει στα σύνορα να ανακόψουν τη δραστηριότητά τους, δίνοντας ώθηση και κίνητρα για μεγαλύτερη συνεργασία.

Επιπλέον, εξωτερικοί παράγοντες συνεισφέρουν στις οικονομίες των βαλκανικών χωρών. Η Κίνα, για παράδειγμα, έχει επιδείξει αξιοσημείωτο ενδιαφέρον για επενδύσεις στην ευρύτερη περιοχή, μέρος της «Belt And Road Initiative» (Πρωτοβουλία Ζώνης και Δρόμου), ένα φιλόδοξο πολυεθνικό πρόγραμμα που πλέον συνιστά προτεραιότητα για το Πεκίνο.

Η λύση ξεκινά από το εσωτερικό

Ωστόσο τώρα -περισσότερο από ποτέ- τα Βαλκάνια ενδιαφέρονται να εμπλακούν περισσότερο με τη Δύση, προκειμένου για την επίλυση των προβλημάτων της ευρύτερης περιοχής. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες -κυρίως η Γερμανία- εξακολουθούν να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς την κατάσταση στην περιοχή, καθώς η Ρωσία διατηρεί την παρουσία της στον ενεργειακό τομέα της Σερβίας, προς μεγάλη σύγχυση των αναλυτών.

Παρά τη δυσκολία στις σχέσεις ΗΠΑ-Βαλκανίων, οι ΗΠΑ θα χρειασθεί να κάνουν αισθητή εκ νέου την παρουσία τους στην περιοχή. Η Ουάσινγκτον διατηρεί σημαντικά συμφέροντα στην περιοχή των Βαλκανίων, ειδικά με τη ΝΑΤΟϊκή Δύναμη του Κοσόβου και τις ξένες επενδύσεις.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, οι ΗΠΑ έχουν συνολικά επενδύσει ποσό ύψους 147 εκατ. $ στα δυτικά Βαλκάνια (2003-2012). Εξίσου σημαντικό για τους πολίτες των βαλκανικών χωρών είναι να έχουν σαφή και ακριβή αντίληψη για τις συνέπειες της αυξανόμενης επιρροής της Κίνας, που θα εξακολουθεί να επικρατεί τα επόμενα χρόνια στην ευρύτερη περιοχή.

Οι πολίτες των βαλκανικών χωρών οφείλουν να κατανοήσουν ότι όχι μόνο οι Κυβερνήσεις, αλλά και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, οι ΜΚΟ και οι επιχειρήσεις, εάν συνεργασθούν με εξωτερικούς παράγοντες, θα κατορθώσουν να καθορίσουν το μέλλον των χωρών τους. Οι λύσεις βρίσκονται στο εσωτερικό αυτών των χωρών.
Μήνυμα αισιοδοξίας αποτελεί και το γεγονός ότι Βελιγράδι και Πρίστινα κατάφεραν να ανοίξουν δίαυλο επικοινωνίας με σκοπό τη διευθέτηση των μεταξύ τους διαφορών.

Παράλληλα, η νέα Κυβέρνηση της ΠΓΔΜ έχει ήδη πραγματοποιήσει σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση της βελτίωσης των σχέσεων με τις γειτονικές χώρες, είτε προς την εξεύρεση πιθανών λύσεων με την Ελλάδα για το θέμα της ονομασίας, είτε επιδιώκοντας συνεργασία με τα Σκόπια και τα Τίρανα και τέλος μετά από δύο δεκαετίες διαπραγματεύσεων, υπογράφοντας συμφωνία με τη Βουλγαρία.

Πέρα από όλα αυτά, η πρόοδος που έχει σημειωθεί σε αυτούς τους τομείς θα πρέπει να επιταχύνει και τη διευθέτηση άλλων προκλήσεων, όπως οι αυξημένες προσφυγικές ροές από την Αφρική και τη Μ. Ανατολή, καθώς και η ανησυχητική αύξηση των Μουσουλμάνων, Κροατών και Σέρβων Εθνικιστών που στηρίζουν την εθνικιστική και κοινωνική δυσαρέσκεια.

Οι βαλκανικές χώρες μπορεί να αποδειχθούν ένα πραγματικό «success story» για τα επόμενα χρόνια, ωστόσο καθίσταται και ιδιαίτερα πιθανό να βρεθούν εκ νέου στο καθεστώς αστάθειας του παρελθόντος, εάν ο υπόλοιπος κόσμος παρακολουθεί την κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή απομακρυσμένος.

Με στοιχεία από το STRATFOR

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: