Ο κατοχικός ηγέτης αρνήθηκε να συναντηθεί με τον Αναστασιάδη: Λύπη εκφράζει ο Πρόεδρος




Τη λύπη του για τη μη αποδοχή της πρότασής του από τον κατοχικό ηγέτη και την άρνησή του για κοινή συνάντηση των δύο ηγετών την προσεχή Δευτέρα, εκφράζει με γραπτή του δήλωση ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης.

Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης εκφράζει επίσης την ετοιμότητά του να συμμετάσχει σε μια Διάσκεψη για την Κύπρο, στη Γενεύη, όχι όμως για λόγους εντυπώσεων ή αναζήτησης προσχημάτων για επίρριψη ευθυνών, αλλά για μια ουσιαστική και αποτελεσματική διαπραγμάτευση που θα ανοίξει το δρόμο για συνολική επίλυση του κυπριακού προβλήματος το συντομότερο δυνατόν.

«Είναι με ιδιαίτερη λύπη που πληροφορήθηκα από τον Ειδικό Σύμβουλο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για την Κύπρο κ. Έσπεν Μπαρθ Είντε, για την απόφαση του ηγέτη των Τουρκοκυπρίων να μην αποδεχθεί τη συμβιβαστική πρόταση ουσίας που υπέβαλα μέσω του ιδίου, αλλά και την άρνησή του να αποδεχθεί την πρόσκληση από μέρους του κ. Έιντε για κοινή συνάντηση την προσεχή Δευτέρα», αναφέρει ο Πρόεδρος.

«Μια συνάντηση», σημειώνει, «που στόχο θα είχε την ανασκόπηση της διαμορφωθείσας κατάστασης πραγμάτων προκειμένου να εξευρεθεί μια κοινώς αποδεκτή προσέγγιση, που θα μας οδηγούσε σε ουσιαστικά βήματα, όχι απλώς για επίτευξη προόδου αλλά και οριστικής εξεύρεσης συνολικής λύσης του κυπριακού προβλήματος».

Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης επισημαίνει στη δήλωσή του ότι «μεγαλύτερη απογοήτευση μου προκαλεί το περιεχόμενο της ανακοίνωσης που εξέδωσε ο Τουρκοκύπριος ηγέτης σε μια προσπάθεια επίρριψης ευθυνών στην ελληνοκυπριακή πλευρά, με το πρόσχημα πως τάχα τίθενται προϋποθέσεις στη μεθοδολογία που θα ακολουθηθεί σε μια νέα Διάσκεψη, στη Γενεύη».

«Προς αποκατάσταση της αλήθειας», προσθέτει, «θέλω να επισημάνω πως κατά την τελευταία συνάντηση της 17ης Μαΐου 2017, ο Τουρκοκύπριος ηγέτης, επικαλούμενος την έλλειψη προόδου, υπέβαλε την πρόταση όπως πραγματοποιηθεί μια νέα Διάσκεψη στη Γενεύη, κατά την οποία οι δύο πλευρές θα παρουσίαζαν τις κύριες επιδιώξεις τους προκειμένου να σημειωθεί πρόοδος μέσα από μια διαδικασία πάρε-δώσε. Ταυτόχρονα, αξίωσε όπως ανασταλούν οι ενεργειακοί σχεδιασμοί της Κυπριακής Δημοκρατίας».

«Συναισθανόμενος την κρισιμότητα των στιγμών», συνεχίζει ο Πρόεδρος, «και με μοναδικό στόχο να αποτρέψω ένα διαφαινόμενο αδιέξοδο, αφού απέρριψα την αξίωση για αναστολή των ενεργειακών σχεδιασμών και ταυτόχρονα ως απολύτως συνεπής με όσα από κοινού συμφωνήθηκαν την 12η Ιανουαρίου στη Γενεύη και την 1η Φεβρουαρίου στην Κύπρο, κατέθεσα τη γνωστή μου πρόταση για μετάβαση αμέσως στη Γενεύη για διαπραγμάτευση, κατά τρόπο που να μπορεί να επιφέρει απτά αποτελέσματα».

Σημειώνει ότι «κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων του κ. Έιντε στη βάση της πρότασής μου και προς υποβοήθηση επίτευξης της αναγκαίας σύγκλισης, αφού η αρχική μου πρόταση απορρίφθηκε από τον Τουρκοκύπριο ηγέτη, υπέβαλα γραπτώς νέα συμβιβαστική πρόταση ουσίας, η οποία προνοούσε τα εξής: Η Διάσκεψη για την Κύπρο θα συγκαλείτο σύμφωνα με τα συμφωνηθέντα του Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου. Σκοπός της Διάσκεψης θα είναι να φθάσουμε σε συνολική διευθέτηση του Κεφαλαίου της Ασφάλειας ή/και να επιτευχθεί επαρκής πρόοδος («εντός ακτίνας συμφωνίας»). Προς αποφυγή των όποιων ασαφειών ή διαφωνιών, η πρότασή μου προνοούσε πως η πρόοδος θα εκρίνετο στη βάση συγκεκριμένων και αμοιβαία συμφωνημένων κριτηρίων».

«Μια τέτοια εξέλιξη», προσθέτει, «θα άνοιγε τον δρόμο για αποτελεσματική αντιμετώπιση του Κεφαλαίου των εδαφικών αναπροσαρμογών και στη συνέχεια, να ακολουθούσε εξαντλητική συζήτηση και για όσο χρόνο απαιτηθεί επί των εκκρεμούντων ζητημάτων στα άλλα τέσσερα Κεφάλαια, με στόχο την επίτευξη συνολικής διευθέτησης».

«Δυστυχώς», όπως αναφέρει ο Πρόεδρος, «και η νέα μου πρόταση απορρίφθηκε από την τουρκική πλευρά ασυζητητί, ενώ, επαναλαμβάνω, ο Τουρκοκύπριος ηγέτης απέρριψε πρόσκληση του Ειδικού Συμβούλου για κοινή συνάντηση μας την προσεχή Δευτέρα, την οποία εγώ αποδέχθηκα αμέσως».

«Με εκπλήττει επίσης», σημειώνει, «η αναφορά του Τουρκοκύπριου ηγέτη για τη διασταυρούμενη διαπραγμάτευση όλων των Κεφαλαίων, από την ώρα που ο ίδιος, όλο αυτό το διάστημα, αρνείτο επιμόνως να εμπλακεί στον οποιοδήποτε διασταυρούμενο διάλογο που σχετιζόταν με το Εδαφικό (με εξαίρεση την ανταλλαγή Χαρτών στη Γενεύη εντός συμφωνημένου πλαισίου), με το πρόσχημα ενδεχόμενων διαρροών των όσων συζητούντο».

Παράλληλα, συνεχίζει, «στο Κεφάλαιο της Ασφάλειας και Εγγυήσεων, προέβαλλε τον ισχυρισμό πως η ουσιαστική διαπραγμάτευση θα πρέπει να αφεθεί στο τέλος της διαδικασίας γιατί εμπλέκοντο και οι εγγυήτριες δυνάμεις».

Συνεπώς, αναφέρει ο Πρόεδρος, «εκείνος που απέφευγε εν την ουσία τη μεθοδολογία της 11ης Φεβρουαρίου 2014 δεν είναι άλλος, και είναι με λύπη που το εκφράζω, παρά ο Τουρκοκύπριος ηγέτης. Χωρίς να αναφερθώ στις υπαναχωρήσεις της τουρκικής πλευράς από συγκεκριμένες συγκλίσεις, τη δίμηνη αναίτια αποχώρηση από τον διάλογο και τις προϋποθέσεις που έθεσε για πρώτη φορά στη Γενεύη, η τουρκική πλευρά».

«Εις απάντηση των όσων άλλων ισχυρίζεται ο Τουρκοκύπριος ηγέτης, η δική μου θέση παραμένει σταθερά αποφασιστική. Εάν όντως η τουρκοκυπριακή πλευρά, και ειδικότερα η Τουρκία, επιθυμούν, όπως διακηρύττουν, τη λύση του κυπριακού προβλήματος, είμαι έτοιμος ανά πάσα στιγμή, να συμμετάσχω σε μια Διάσκεψη για την Κύπρο, στη Γενεύη, όχι όμως για λόγους εντυπώσεων ή αναζήτησης προσχημάτων για επίρριψη ευθυνών, αλλά για μια ουσιαστική και αποτελεσματική διαπραγμάτευση, που θα μας οδηγήσει σε αποτελέσματα αμέσως και θα ανοίξει τον δρόμο για συνολική επίλυση του κυπριακού προβλήματος το συντομότερο δυνατόν», καταλήγει ο Πρόεδρος στη γραπτή του δήλωση.

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: