Ειρήνη στον ελληνικό εμφύλιο (1946-1949): Χαμένες ευκαιρίες ή Χίμαιρα; Ρεβάνς των ηττημένων




Γράφει ο Δρ  Σπυρίδων Πλακούδας

Η Ρεβάνς των Ηττημένων

Προ ημερών, δημιουργήθηκε αρκετός θόρυβος περί του Εμφυλίου Πολέμου και της Αριστεράς επ’ αφορμή των εγκαινίων του Μουσείου Μπελογιάννη. Όπως εύστοχα παρατήρησε προ ετών ο καθηγητής Φλάισερ, η Ελλάδα (όπως οι υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης) πάσχει από «πολέμους μνήμης» ως προς την εξιστόρηση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου στη δημόσια και ιδιωτική σφαίρα.

Ως εκ τούτου, η αφήγηση των δραματικών γεγονότων της δεκαετίας του 40’ συναρτάται αναπόδραστα με πολιτικές (και όχι μόνο) σκοπιμότητες.

Η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981 ως φορέα της «κουλτούρας του αδύναμου» (underdog culture), ως εκφραστή εν ολίγοις των αδυνάτων και εξοστρακισμένων από το μετεμφυλιακό κράτος της Δεξιάς, μετέβαλε δραματικά το «αφήγημα» περί του Εμφυλίου. Η Αριστερά αναβαπτίστηκε ως το θύμα του Εμφυλίου – ως η κατεξοχήν δημοκρατική και φιλειρηνική παράταξη που εξωθήθηκε σε μια ένοπλη αναμέτρηση που δεν επεδίωκε (εξαιτίας των διώξεων της Δεξιάς μετά τα Δεκεμβριανά) και αδυνατούσε να υπερισχύσει (εξαιτίας της «προδοσίας» των Στάλιν και Τίτο και της «ιμπεριαλιστικής» επέμβασης των ΗΠΑ και Βρετανίας υπέρ της Δεξιάς). Ο λόγος της Αριστεράς κυριάρχησε στα έδρανα του κοινοβουλίου και τα αμφιθέατρα των πανεπιστημίων σε μια ιδιόρρυθμη «ρεβάνς των ηττημένων».

Η Διάψευση των … Αναθεωρητικών

Οι «αναθεωρητικοί» ιστορικοί, πρωτοεμφανιζόμενη το 1981, παρείχαν τα ακαδημαϊκά επιχειρήματα για την εκ βάθρων αναθεώρηση του αφηγήματος περί Εμφυλίου. Σύμφωνα με τους ιστορικούς αυτούς, το ΚΚΕ εξωθήθηκε σε ένοπλη αναμέτρηση τον Σεπτέμβριο του 1947 αφού πρώτα απέτυχαν οι προσπάθειές του για την ειρηνική διευθέτηση της κρίσης. Σε μια πρόσφατη επιστημονική δημοσίευσή μου, εξετάζω τους ισχυρισμούς αυτούς κριτικά με τη βοήθεια της θεωρίας του πολέμου.

Εν ολίγοις, διαπιστώνω πως ουδέποτε το μοναρχικό καθεστώς ή οι κομμουνιστές δεσμεύτηκαν σε μια ειρηνευτική διαδικασία ειλικρινώς. Το μοναρχικό καθεστώς εννοούσε την ειρήνη αποκλειστικώς ως τον αφοπλισμό των ανταρτών με αντάλλαγμα την αμνήστευσή τους αλλά και την επιεική αντιμετώπιση των πολιτικών κρατουμένων (της Αριστεράς).

Τον Ιανουάριο του 1947, η κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Μάξιμο ανακοίνωσε μια διττή στρατηγική αμνήστευσης και επιείκειας προς τους «παραπλανηθέντας οπαδούς» της Αριστεράς· ενώ τον Σεπτέμβριο του ιδίου έτους, η έτερα κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Σοφούλη ανακοίνωσε μια στρατηγική «κατευνασμού» – επί  της ουσίας, όμως, μια στρατηγική «καρότου και μαστίγιου»: αφ’ ενός, διακήρυξε αμνηστία και επιείκεια για τους «παραπλανηθέντες» οπαδούς της Αριστεράς και, αφ’ ετέρου, απείλησε τους «αμετανόητους» αντάρτες με εκκαθαριστικές επιχειρήσεις. Περιττό να αναφερθεί πως οι δύο πολιτικές απέτυχαν παταγωδώς επειδή αντιμετώπιζαν τον Εμφύλιο ως μια διατάραξη του νόμου και της τάξης («συμμοριτισμό») και όχι ως ανταρτοπόλεμο εκ μέρους ενός μη κρατικού δρώντα με ευρεία εσωτερική και εξωτερική υποστήριξη.

Σύμφωνα με τους «αναθεωρητές» ιστορικούς, το ΚΚΕ ήθελε μια συνολική ειρηνευτική διευθέτηση του Εμφυλίου και, ως εκ τούτου, υπέβαλε επανειλημμένως ολοκληρωμένες προτάσεις περί ειρήνευσης από τον Σεπτέμβριο του 1946 και εντεύθεν στο πλαίσιο της στρατηγικής του «καρότου και μαστιγίου». Η εν λόγω στρατηγική, υπαγορευμένη από τον ίδιο τον Στάλιν, αποσκοπούσε σύμφωνα με τους ιστορικούς της «αναθεωρητικής» σχολής σκέψης να εξωθήσει το μοναρχικό καθεστώς να αποδεχθεί μια ειρηνευτική συμφωνία (χάρη στο συνδυασμό ένοπλου αγώνα στην ύπαιθρο και πολιτικών αγώνων στις πόλεις) που θα αποκαθιστούσε την ισχύ της Αριστεράς στην εποχή πριν τη  Συμφωνία της Βάρκιζας. Παρά ταύτα, η ανάλυση των δράσεων των κομμουνιστών υπό το πρίσμα της θεωρίας πολέμου δεν επιβεβαιώνει τους ισχυρισμούς των «αναθεωρητικών» ιστορικών.

Απλά έως τον Αύγουστο του 1947 δεν είχαν ωριμάσει ακόμη οι συνθήκες για μια ανοιχτή ρήξη με το κοινοβουλευτικό καθεστώς. Παρ’ όλο που ο ίδιος ο Στάλιν είχε ανάψει το πράσινο φως στον Ζαχαριάδη να οργανώσει ένα αντάρτικο ήδη από τον Μάιο του 1946 και είχε αναθέσει στον πιστότερο υποτελή του Τίτο να υποστηρίξει παντοιοτρόπως τους ομοϊδεάτες τους στην Ελλάδα, ο ΔΣΕ δεν είχε ούτε αναπτύξει μια ισχυρή αντάρτικη δύναμη (μόλις 12.000 άτακτοι στις αρχές του 1947 αντί για 20.000 που υπολόγιζε ο Ζαχαριάδης) ούτε παραλάβει βαρύ οπλισμό ή οικονομική / λογιστική υποστήριξη από τον κομμουνιστικό βορρά σε ικανοποιητικό επίπεδο. Άλλωστε, ο ίδιος ο Στάλιν ήταν αντίθετος τον Δεκέμβριο του 1946 σε μια εντατικοποίηση του ένοπλου αγώνα. Οπότε η αδυναμία του ΔΣΕ και η άρνηση του Στάλιν, και όχι η φιλειρηνική τάση του, απέτρεψε το ΚΚΕ να εντατικοποιήσει τον αγώνα από τις αρχές του 1947. Τότε γιατί το ΚΚΕ συνέχιζε να δημοσιοποιεί δια του κομματικού τύπου τις προτάσεις περί ειρήνης;

Η θεωρία του πολέμου προσφέρει την απάντηση στο ουσιαστικό αυτό ερώτημα εκ νέου. Ο άτακτος πόλεμος (ή ανταρτοπόλεμος) αποτελεί επί της ουσίας έναν «ένοπλο διαγωνισμό» για νομιμοποίηση και λαϊκή υποστήριξη μεταξύ ενός μη κρατικού δρώντα και μιας κυβέρνησης. Ως εκ τούτου, το ΚΚΕ ήθελε να προβάλλει διαρκώς ένα φιλειρηνικό προσωπείο προς το εσωτερικό και το εξωτερικό και, παρομοίως, να παρουσιάζει τον ΔΣΕ ως την «αντίδραση» στη «δράση» του καθεστώτος (ήτοι, τον απηνή διωγμό την επαύριον της Συμφωνίας της Βάρκιζας). Ούτως ή άλλως, βέβαια, οι μαξιμαλιστικοί ειρηνευτικοί όροι του ΚΚΕ (π.χ. το κάλεσμα του Ζαχαριάδη τον Σεπτέμβριο του 1946 περί, μεταξύ άλλων, νέων βουλευτικών εκλογών και πολιτειακού δημοψηφίσματος) δεν ήταν δυνατόν να καταστούν αποδεκτοί από το μοναρχικό καθεστώς. Σε δύο περιπτώσεις, πάντως, οι δύο πλευρές διαπραγματεύτηκαν απευθείας για την εξεύρεση μιας ειρηνευτικής λύσης.

Χαμένες Ευκαιρίες;

Τον Απρίλιο του 1947 σημειώθηκε η πρώτη απευθείας ειρηνευτική διαπραγμάτευση μεταξύ των δύο πλευρών. Πώς όμως συνέβη αυτό έναν μήνα μόλις μετά την διακήρυξη του Δόγματος Τρούμαν για την υπεράσπιση της Ελλάδος και της Τουρκίας έναντι του «ερυθρού κινδύνου»;

Παρ’ όλο που το μοναρχικό καθεστώς αναθάρρησε από τη δήλωση υποστήριξης των ΗΠΑ, ο θάνατος του βασιλέα Γεωργίου Β’ λίγες εβδομάδες αργότερα ενέσπειρε την ηττοπάθεια στο κυβερνητικό στρατόπεδο. Παρά το «βεβαρυμμένο μητρώο» του ως υπονομευτής της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στον Μεσοπόλεμο, ο βασιλέας ήταν ο ομφάλιος λώρος με την Προστάτιδα Δύναμη του βασιλείου έως το 1947, την Βρετανία, και ο καταλύτης για την ομόνοια των αστικών κομμάτων έναντι του «ερυθρού κινδύνου».

Δεν προκαλεί έκπληξη, λοιπόν, που ο Μάξιμος υπέβαλε εν τάχει ένα υπόμνημα στο ΕΑΜ για την εξεύρεση μιας πολιτικής λύσεως. Εν συνεχεία, στα τέλη Απριλίου το ΕΑΜ κοινοποίησε σε όλους τους πολιτικούς αρχηγούς της χώρας ένα υπόμνημα με τους ειρηνευτικούς όρους του (οι οποίοι ακολουθούσαν την πεπατημένη οδό του ΚΚΕ) – αν και ο Μάξιμος δεν δέησε να απαντήσει λόγω της οργίλης αντίδρασης των αρχηγών των μοναρχικών συγκυβερνώντων κομμάτων που κυριαρχούσαν επί της κυβέρνησης συνασπισμού.

Τον Μάιο του ίδιου έτους ο (Σοφοκλής) Βενιζέλος, ένας εκ των δύο αντιπροέδρων της κυβέρνησης, προσέγγισε το ΕΑΜ και υπέβαλε προφορικώς τους μετριοπαθείς όρους ειρήνευσης της κυβέρνησης.  Το ΚΚΕ, όμως, ως de facto κηδεμών του ΕΑΜ, απάντησε πως καμιά ειρηνευτική συμφωνία δεν θα υπογραφόταν εάν πρώτα το ΕΑΜ δεν συμμετείχε ισότιμα σε μια οικουμενική κυβέρνηση. Τυχόν συμμετοχή του ΕΑΜ σε τέτοιο σχήμα θα ακύρωνε την αντι-αντάρτικη πολιτική των μέχρι τότε κυβερνήσεων και θα βραχυκύκλωνε την επέμβαση των ΗΠΑ στην Ελλάδα εν τη γενέσει της – προς ικανοποίηση των Ζαχαριάδη και Στάλιν.

Τον Ιούλιο του ίδιου έτους οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν – αυτή την φορά όμως με πρωτοβουλία του ΕΑΜ. Γιατί όμως; Ήδη οι ΗΠΑ είχαν επέμβει δυναμικά στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας και δια της μακράς χείρας τους, της American Mission for Aid in Greece (AMAG), ήλεγχαν την οικονομία και πολιτική του βασιλείου ασφυκτικά. Τον Ιούλιο, όμως, διεξάγονταν οι συνομιλίες μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ και των συμμάχων τους περί του Σχεδίου Μάρσαλ και ο Στάλιν, εκλαμβάνοντας τη διακήρυξη του Αμερικανού υπουργού εξωτερικών ως ένα ύπουλο σχέδιό του για την υπονόμευση της νεοαποκτηθείσης σφαίρας επιρροής της ΕΣΣΔ στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη, απαγόρευσε στις κυβερνήσεις των δορυφόρων του να συμμετάσχουν και επιχείρησε να προκαταλάβει την συμμετοχή της Ελλάδας σε αυτό. Δεν ήταν, άλλωστε, η πρώτη φορά που η Αριστερά αποτελούσε την αιχμή του δόρατος της εξωτερικής πολιτικής της Μόσχας εναντίον των Αγγλο-Σαξώνων.

Από τον Ιανουάριο του 1946 και εντεύθεν, οποιαδήποτε πρωτοβουλία της Μόσχας (π.χ. καταγγελία στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ περί της στάθμευσης της Βρετανικής εκστρατευτικής δύναμης στην Ελλάδα) ακολουθείτο από παρόμοια πρωτοβουλία του ΚΚΕ. Ενδεικτικά, την ίδια ημέρα που ο Πορφυρογέννης αναφερόταν τον Ιούνιο στο όραμα της «Ελεύθερης Ελλάδας» από το βήμα του συνεδρίου του ΚΚ Γαλλίας στο Στρασβούργο, την ίδια ημέρα άρχιζαν οι συνομιλίες για το Σχέδιο Μάρσαλ μεταξύ των δύο στρατοπέδων. Το ΕΑΜ, λοιπόν, στις αρχές Ιουλίου αιτήθηκε στον Λαμπράκη, εκδότη της εφημερίδας Το Βήμα με ισχυρή επιρροή επί του Σοφούλη, να διαμεσολαβήσει για την ανακίνηση του ειρηνευτικού διαλόγου. Το ΕΑΜ υπέβαλε στους Μάξιμο και Σοφούλη (τον υπερήλικα κεντρώο ηγέτη με την αιρετική «κατευναστική» στρατηγική του) τους ειρηνευτικούς όρους του – τους οποίους, βέβαια, απέρριψαν κατόπιν παρότρυνσης του πρεσβευτού των ΗΠΑ.

Ανταπάντησαν με τους δικούς τους όρους που προέβλεπαν τον αφοπλισμό των αναρτών και την αμνήστευσή τους υπό διεθνή εποπτεία – προς δυσαρέσκεια των ΕΑΜ και ΚΚΕ. Την ίδια ημέρα που υπέβαλαν το απαντητικό υπόμνημά τους οι δύο αρχηγοί, ο Ζέρβας ως υπουργός δημοσίας τάξως διέταξε τη σύλληψη της ηγεσίας και των στελεχών της Αριστεράς ούτως ώστε να αποκεφαλίσει την ηγεσία της πολιτικής πτέρυγας του ΔΣΕ και να υπονομεύσει την ειρηνευτική διαδικασία. Η Αριστερά διέκοψε τον ειρηνευτικό διάλογο με πρόσχημα την υπονομευτική δράση του πρώην αντίπαλου οπλαρχηγού κατά την Αντίσταση και διατήρησε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας μόνο με τον Σοφούλη.

Η Κήρυξη Πολέμου

Στην 3η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ τον Σεπτέμβριο του 1947, αποφασίζεται η ανοικτή ρήξη με το μοναρχικό καθεστώς και η εντατικοποίηση του ένοπλου αγώνα για την εγκαθίδρυση της «Ελεύθερης Ελλάδας» με έδρα την Θεσσαλονίκη («Σχέδιο Λίμνες»). Ποια η αιτία; Σύμφωνα με τους «αναθεωρητές» ιστορικούς, η συγκρότηση μιας κυβέρνησης συνασπισμού μεταξύ του Σοφούλη (του έως τότε προνομιούχου συνομιλητή της Αριστεράς) και του Τσαλδάρη ακύρωσε τον ειρηνευτικό διάλογο και εξώθησε το ΚΚΕ στον μονόδρομο του ανοιχτού πολέμου. Εντελώς «τυχαία» όμως, η εν λόγω απόφαση του ΚΚΕ ελήφθη λίγες εβδομάδες μετά τη Συνδιάσκεψη του Μπλεντ (όπου αποφασίστηκε η σταδιακή συνένωση των τριών συμμάχων του ΔΣΕ – Αλβανίας, Γιουγκοσλαβίας και Βουλγαρίας) και λίγες ημέρες πριν την ίδρυση της Κομινφόρμ στην Πολωνία (όπου προς απογοήτευση του Ζαχαριάδη δεν προσεκλήθη το ΚΚΕ). Η απόφαση, λοιπόν, του ΚΚΕ συναρτήθηκε από εξωτερικούς, ουχί εσωτερικούς, πολιτικούς και μη συσχετισμούς. Το ΚΚΕ πίστευε πως συγκροτείτο στον βορρά ένα «στρατηγικό βάθος» για την υποστήριξη του αντάρτικου του ΔΣΕ και προσέφυγε στην ανοιχτή ρήξη.

Το μοναρχικό καθεστώς δεν ήθελε ειρήνη· ήθελε μόνο την παράδοση υπό όρους των ανταρτών. Το μοναρχικό καθεστώς δεν ήταν διατεθειμένο να απεμπολήσει τα «κεκτημένα» μετά τον εξοστρακισμό (δια της βίας) της Αριστεράς στην μετά-Δεκεμβιανά εποχή. Ούτε ο ΚΚΕ ήθελε ειλικρινώς την ειρήνη. Αν ο Ζαχαριάδης όντως επιθυμούσε την ειρήνη, δεν θα είχε επιβάλει την «γραμμή» περί αποχής στα ΚΚΕ και ΕΑΜ στις εκλογές του Μαρτίου του 1946 – παρά την αντίθετη παρότρυνση του Στάλιν. Παρά τη βία και νοθεία εκ μέρους της Δεξιάς, η Αριστερά κατά πάσα πιθανότητα θα είχε αποσπάσει το 1/3 ή ¼ των ψήφων και η Δεξιά δεν θα εξουσίασε ασύδατα. Και μάλλον η ιστορία του πολύπαθου τόπου θα είχε εξελιχθεί εντελώς διαφορετικά.

Η επιστημονική δημοσίευση είναι διαθέσιμη εδώ: (https://www.academia.edu/32124176/Doomed_from_the_Start_Peace_Negotiations_in_the_Greek_Civil_War_January-July_1947 )

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: