Η μεγάλη ευκαιρία για την ανάπτυξη: Εισάγουμε ακόμη και προϊόντα παραδοσιακά




Του Γιάννη Μυλόπουλου (*)

Σύμφωνα με την βολική θεωρία του οικονομικού-αυτοματισμού, η επίτευξη του στόχου της ανάπτυξης ισοδυναμεί με την επαναφορά μιας κατάστασης η οποία κάποτε υπήρχε στην Ελλάδα, αλλά διακόπηκε εξ αιτίας της οικονομικής κρίσης. Λες δηλαδή και προ του 2009 η χώρα ζούσε στην τροχιά υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, μέχρι που ήρθε ο κακός χειμώνας της κρίσης και διέκοψε την ανθοφορία.

Αυτή η θεωρία αποσιωπά βεβαίως το γεγονός ότι φτάσαμε εις τα μη περαιτέρω, ακριβώς επειδή προ του 2009 η εγχώρια παραγωγή βρισκόταν σε παρακμή και η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας σε αποδρομή, με αποτέλεσμα η χώρα να αναγκάζεται να προχωρεί σε εξωτερικούς δανεισμούς δυσανάλογα μεγάλους σε σχέση με τις δυνατότητές της.

Άλλοι δείκτες της πραγματικότητας ότι η ελληνική οικονομία βρισκόταν σε ύφεση και προ της κρίσης, είναι η από δεκαετίες ερήμωση της υπαίθρου και η εγκατάλειψη της πρωτογενούς παραγωγής, που συνοδευόμενες από έναν ιδιότυπο αστικό υπερσυγκεντρωτισμό, οδήγησαν τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας να συνωστίζεται στα αστικά κέντρα, ασχολούμενο με μια, έτσι κι αλλιώς περιορισμένων δυνατοτήτων, δραστηριότητα του τριτογενούς τομέα, αυτή της παροχής υπηρεσιών.

Έτσι, μια χώρα με δυνατότητες σημαντικής πρωτογενούς παραγωγής περιζήτητων στις διεθνείς αγορές αγροτικών προϊόντων, που με δυο λόγια περιγράφονται με τον όρο «μεσογειακή διατροφή», αναγκάζεται τις τελευταίες δεκαετίες να εισάγει ακόμη και προϊόντα παραδοσιακά ελληνικά, όπως λάδι, κρασί, φρούτα, λαχανικά, τυροκομικά, κρέας και ψάρια.

Επιπλέον, μια χώρα με προνομιακή στρατηγική θέση, απαράμιλλο φυσικό κάλλος, μεγάλη βιοποικιλλότητα, πλούσια ιστορία και μοναδικό πολιτισμό, αξίες που από μόνες τους η κάθε μια θα μπορούσαν να αποτελούν σημαντική πηγή οικονομικής ανάπτυξης, υφίσταται επί χρόνια τις συνέπειες της περιβαλλοντικής υποβάθμισης, της οικολογικής καταστροφής και της απαξίωσης κάθε τι ελληνικού, λόγω εισβολής ξένων προτύπων και αξιών.

Και βέβαια σε καμία από τις προαναφερθείσες μακροχρόνιες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας δεν απάντησαν οι περίφημες μεταρρυθμίσεις που μας επέβαλαν οι διεθνείς δανειστές, μέσω των αλλεπάλληλων μνημονίων. Κι αυτό γιατί οι όροι «αυτοδύναμη ανάπτυξη» «αξιοποίηση συγκριτικών πλεονεκτημάτων» και «ισότιμη πρόσβαση όλων στις ευκαιρίες της ανάπτυξης» είναι άγνωστοι, αν όχι και απαγορευμένοι στο νεοφιλελεύθερο λεξιλόγιο.

Με δυο λόγια οι νεοφιλελεύθεροι μεταρρυθμιστές, διεθνείς αλλά και εγχώριοι, ουδόλως ενδιαφέρονται για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και για την παραγωγική της ανασυγκρότηση προς όφελος της πληττόμενης ελληνικής κοινωνίας. Το μόνο που τους ενδιαφέρει στ’ αλήθεια, είναι η εκμετάλλευση του πλούτου της ελληνικής οικονομίας από συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα που οι ίδιοι εκπροσωπούν.

Είναι λοιπόν σαφές ότι αν δεν αναλάβει τώρα η ελληνική κυβέρνηση μια μεγάλη πρωτοβουλία ανατροπής των σημερινών οικονομικών δομών, μια πρωτοβουλία υπέρβασης των παθογενειών και ριζικού επαναπροσδιορισμού της ελληνικής οικονομίας στην κατεύθυνση του στόχου της παραγωγικής ανασυγκρότησης και της αυτοδύναμης και γι αυτό βιώσιμης ανάπτυξης, κανένας τρίτος δεν πρόκειται να το κάνει για εμάς.

Και αν υπάρχει σήμερα έστω και η παραμικρή αμφιβολία για την κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να στραφεί η μεγάλη αυτή προσπάθεια, η δια της μεθόδου της «εις άτοπον απαγωγής» απόδειξη της μέχρι σήμερα αρνητικής πορείας είναι εκεί, για να υπενθυμίζει τι πρέπει να αποφευχθεί στο εξής ώστε να μην επαναληφθούν τα ίδια ολέθρια αποτελέσματα.

Ο αειφορικός στόχος της αυτοδύναμης ανάπτυξης είναι ταυτόσημος με τον επαναπροσδιορισμό της οικονομίας στην κατεύθυνση της αξιοποίησης των ελληνικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων και της αναζήτησης «πράσινων» οικονομικών δραστηριοτήτων, δραστηριοτήτων δηλαδή που δεν θα αποτελούν αιτία εξάντλησης ή υποβάθμισης, αλλά αντίθετα, αφορμή διαχρονικής διατήρησης των πηγών της ανάπτυξης.

Η αειφορική στροφή της ελληνικής οικονομίας περνά υποχρεωτικά από μια νέα, όσο και καινοτόμο αντίληψη, αυτή της ολοκληρωμένης προσέγγισης της ανάπτυξης, που ανοίγει τον δρόμο για οριζόντιες δράσεις μεταξύ των επιμέρους τομέων της οικονομίας, αποκαλύπτοντας καινούργιες και ιδιαίτερα ελκυστικές οικονομικές δραστηριότητες.

Η οριζόντια διασύνδεση της αγροτικής ανάπτυξης με τις εξαγωγές και την επιχειρηματικότητα για παράδειγμα, ανοίγει νέους δρόμους για μια οργανωμένη εξαγωγική δραστηριότητα, με βάση τη μεσογειακή διατροφή.

Η οριζόντια διασύνδεση της αγροτικής ανάπτυξης με τον τουρισμό, ανοίγει προοπτικές για την εξερεύνηση νέων και προσοδοφόρων αγροτουριστικών δραστηριοτήτων. Όπως ακριβώς και η διασύνδεση του τομέα του περιβάλλοντος με τις «πράσινες» υποδομές και τον τουρισμό, ανοίγει νέους ορίζοντες οικοτουριστικής ανάπτυξης που μπορούν να ξαναζωντανέψουν την ελληνική ύπαιθρο και να προσελκύσουν τουριστική δραστηριότητα και τις τέσσερις εποχές του χρόνου.

ίδια κατεύθυνση, η οριζόντια διασύνδεση του πολιτισμού με τον τουρισμό και τις ήπιες υποδομές, μπορεί να ανοίξει νέους ορίζοντες για ενδιαφέρουσες πολιτιστικές διαδρομές και ζωντανούς μουσειακούς χώρους.

Η πρόκληση για την Ελλάδα σήμερα να εξερευνήσει νέους δρόμους για την οικονομική της ανάπτυξη είναι μεγάλη. Η ριζική αναδιοργάνωση της ελληνικής οικονομίας και η βιώσιμη παραγωγική της ανασυγκρότηση θα είναι η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση που έχει συμβεί ποτέ. Μια μεταρρύθμιση που θα γυρίσει την πλάτη σε ένα κακό νεοφιλελεύθερο παρελθόν μιας επιβεβλημένης έξωθεν ανάπτυξης που στηρίζονταν σε ξένα πρότυπα και αποσκοπούσε στην εκμετάλλευση του ελληνικού πλούτου.

Για να αλλάξουμε σελίδα και να προχωρήσουμε σε μια αυτοδύναμη ανάπτυξη που θα απευθύνεται σε όλους, πρέπει να αλλάξουμε πολιτική. Γιατί, όπως λένε, αν δεν αλλάξεις μέθοδο, πάντα στα ίδια αποτελέσματα θα φτάνεις!

  • Ο Γιάννης Α. Μυλόπουλος είναι καθηγητής, πρόεδρος Αττικό Μετρό ΑΕ

 

Hellasjournal - Newsletter


%d bloggers like this: